ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

 

 

 

 

ΔΡ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΗΛ. ΒΟΛΑΝΑΚΗΣ

ΕΦΟΡΟΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

 

 

 

 

 

 

Ο ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΟ ΑΣΚΛΗΠΕΙΟ ΡΟΔΟΥ

 

 

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ – ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΕΣ

 

 

 

 

 

 

ΡΟΔΟΣ 2005


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

 

 

 

 

 

 

 

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 

1.

Θέση – ονομασία οικισμού

 

2.

Μνημεία:

 

 

α) Ναός Αξεστρατήγου (Το εν Χώναις θαύμα)

 

 

β)  Ιπποτικό φρούριο

 

 

γ) Κιοτάρι – Εφταβήματα, παλαιοχριστιανική βασιλική

 

 

δ) Κιοτάρι – Μεταμόρφωση του Σωτήρος

 

 

ε) Αροσαλή – Ζωοδόχος Πηγή

 

3.

Αρχιτεκτονική

 

4.

Τέμπλο – Εικόνες

 

5.

Δεσποτικός θρόνος

 

 

 

 

 

ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΕΣ

 

1.

Γενικά

 

 

 

 

 

ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

 

Ι.

ΙΕΡΟ ΒΗΜΑ

 

 

Τεταρτοσφαίριο

 

 

1. Πλατυτέρα

 

 

2. Κοινωνία των Αποστόλων

 

 

 

 

 

Αψίδα

 

 

Συλλειτουργούντες Ιεράρχες

 

 

1. Άγιος Ευθύμιος

 

 

2. Γρηγόριος ο Θεολόγος

 

 

3. Ιωάννη ο Χρυσόστομος

 

 

4. Μελισμός

 

 

5. Μέγας Βασίλειος

 

 

6. Άγιος Υπάτιος

 

 

7. Άγιος Ερμόλαος

 

 

 

 

 

Ανατολικό μέτωπο

 

 

1. Αγιον Μανδήλιον

 

 

2. Ευαγγελισμός της Θεοτόκου

 

 

 

 

 

Καμάρα

 

 

Ανάληψη του Χριστού

 

 

 

 

 

Νότια πλευρά

 

 

Άνω ζώνη:    1. Φιλοξενία του Αβραάμ

 

 

                        2. Άγιος Λαυρέντιος

 

 

Κάτω ζώνη:  1. Άγιος Αθανάσιος

 

 

                        2. Άγιος Κύριλλος

 

 

                        3. Άγιος Ιωάννη ο Ελεήμων

 

 

 

 

 

Βόρεια πλευρά

 

 

Άνω ζώνη:    1. Άγιος Στέφανος

 

 

                        2. Θυσία του Αβραάμ

 

 

Κάτω ζώνη:  1. Άγιος Σπυρίδων (;)

 

 

                        2. Άκρα Ταπείνωση

 

 

 

 

 

ΙΙ. ΚΥΡΙΩΣ ΝΑΟΣ

 

 

Τρούλλος: Ιησούς Χριστός Παντοκράτωρ

 

 

Νότια Κεραία

 

 

 

 

 

Καμάρα

 

 

Ο Παλαιός των ημερών και οι 24 πρεσβύτεροι

 

 

 

 

 

Ανατολικό μισό καμάρας

 

 

Σκηνές από την Αποκάλυψη του Ιωάννη σε τρεις ζώνες

 

 

 

 

 

Δυτικό μισό καμάρας

 

 

Σκηνές από την Αποκάλυψη σε τρεις ζώνες

 

 

Χαράγματα

 

 

 

 

 

Νότιο τύμπανο

 

 

Άνω ζώνη:    Κοίμηση της Θεοτόκου

 

 

Κάτω ζώνη:  Τρεις Ιεράρχες – Άγιοι Τεσσαράκοντα

 

 

 

 

 

Βόρεια Κεραία

 

 

Ανατολικό μισό καμάρας

 

 

Άγιοι και σκηνές από την ζωή του Χριστού σε τέσσερεις ζώνες

 

 

 

 

 

Δυτικό μισό καμάρας

 

 

Άγιοι και σκηνές από την ζωή του Χριστού σε τέσσερεις ζώνες

 

 

 

 

 

Δυτική Κεραία

 

 

Καμάρα

 

 

Διακοσμητικό σχέδιο

 

 

 

 

 

Νότιο μισό καμάρας

 

 

Α’ Ζώνη:        Σκηνές από την Δημιουργία

 

 

Β’ Ζώνη:        Σκηνές από το Δωδεκάορτο

 

 

Γ’ Ζώνη:         Σκηνές από την παιδική ηλικία της Παναγίας

 

 

Δ’ Ζώνη:        Άγιοι Ανάργυροι

           

 

 

 

 

Βόρειο μισό καμάρας

 

 

Α’ Ζώνη:        Προπατορικόν αμάρτημα

 

 

Β’ Ζώνη:        Προφήτης Μαλαχίας – Σκηνές από την Κ.Δ.

 

 

Γ’ Ζώνη:        Σκηνές από την παιδική ηλικία της Παναγίας – Δανιήλ – Τρεις Παίδες

 

 

 

 

 

ΚΤΗΤΟΡΙΚΗ ΕΠΙΓΡΑΦΗ

 

 

Δ’ Ζώνη:        Σκηνή από την Δευτέρα Παρουσία – Άγιοι

 

 

 

 

 

Δυτικό τύμπανο

 

 

Δευτέρα Παρουσία

 

 

 

 

 

ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΩΝ – ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ

 

 

 

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ

 

ΑΒΜΕ

Αρχείον των Βυζαντινών Μνημείων της Ελλάδος, έκδοση Α. Κ. Ορλάνδου

Μ. Αχειμάστου, Μονή Φιλανθρωπηνών:

Μ. Αχειμάστου – Ποταμιάνου, Η Μονή των Φιλανθρωπηνών και η πρώτη φάση της μεταβυζαντινής ζωγραφικής, Αθήναι 1983.

Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Αποδούλου:

Ι. Βολανάκης, Ο εις Αποδούλου Αμαρίου βυζαντινός ναός του Αγίου Γεωργίου Ξιφηφόρου, Ανάτυπο από τον Β’ τόμο των Πεπραγμένων του Δ’ Διεθνούς Κρητολογικού Συνεδρίου, Ηράκλειο Κρήτης 1976 (Αθήνα 1981), σ. 23-66.

Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Βαθειακού:

Ι. Βολανάκης, Ο ναός του Αγίου Γεωργίου στο Βαθειακό Ρεθύμνης. Ανάτυπον εκ της «ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ», τ. 57 (Αθήναι 1986), τεύχ. Γ’, σ. 608-675, σ. Ανατύπου 1-77.

Ι. Βολανάκης, Άγιοι Θεόδωροι:

Ι. Βολανάκης, Οι τοιχογραφίες του ναού των Αγίων Θεοδώρων Αρχαγγέλου Ρόδου, Αθήναι 1982.

Διονύσιος, Ερμηνεία:

Διονύσιος εκ Φουρνά, Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης, έκδ. Α. Παπαδοπούλου – Κεραμέως, Πετρούπολις 1909.

K. Gallas, Rhodos:

K. Gallas, Rhodos. Eine der sonnenreichsten Inseln des Mittelmeeres, Koln 1984.

Ιερατικόν:

Ιερατικόν, Αι Θείαι Λειτουργίαι Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Βασιλείου του Μεγάλου, των Προηγιασμένων, έκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1981.

 

 

Η. Κόλλιας, Ιπποτοκρατία:

Η. Κόλλιας, Δύο ροδιακά σύνολα της εποχής της Ιπποτοκρατίας. Ο Άγιος Νικόλαος στα Τριάντα και η Αγία Τριάδα (Ντολαπλί Μετζίντ) στη μεσαιωνική πόλη, Αθήνα 1986.

Α. Ξυγγόπουλος, Σχεδίασμα:

Α. Ξυγγόπουλος, Σχεδίασμα ιστορίας της θρησκευτικής ζωγραφικής μετά την άλωσιν, Αθήναι 1957.

Α. Τσιτουρίδου, Άγιος Νικόλαος Ορφανός:

Α. Τσιτουρίδου, Ο ζωγραφικός διάκοσμος του Αγίου Νικολάου Ορφανού στη Θεσσαλονίκη. Συμβολή στη μελέτη της παλαιολόγειας ζωγραφικής κατά τον πρώιμο 14ο αιώνα, Θεσσαλονίκη 1986.

 


 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 

1. Θέση – ονομασία οικισμού

            Στο ΝΔ τμήμα της νήσου Ρόδου, σε απόσταση 65 χλμ. περίπου από την πόλη της Ρόδου και 4 χλμ. περίπου από την παραλία, κείται ο μικρός οικισμός «Ασκληπιό, το» (υψόμετρο 150μ., κάτοικοι 363). Η ονομασία αυτού σχετίζεται προφανώς με τον θεόν της Ιατρικής τον Ασκληπιόν και υπάρχει τουλάχιστον από την εποχή της Ιπποτοκρατίας (1308 – 1522).[1] Οι κάτοικοι ασχολούνται με την γεωργία, κτηνοτροφία, μελισσοκομία, τουρισμό κ.ά.

            Ο οικισμός είναι κτισμένος στις ΝΔ παρυφές υψώματος (ύψους 200μ. περίπου) και φαίνεται να υπάρχει στη θέση αυτή από πολύ παλαιά.

            Στο κέντρο του οικισμού υψώνεται ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ο οποίος και αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας μελέτης.[2] Αρχικά ο ναός κτίσθηκε στον τύπο του ελευθέρου σταυρού με τρούλλο, ενώ αργότερα (μέσα 19ου αι.) προσετέθησαν στη ΒΔ και ΝΔ γωνία αυτού ορθογώνιου κατόψεως προσκτίσματα. Στο εσωτερικό του αρχικού ναού διατηρούνται τοιχογραφίες.

            Νότια του Ασκληπειού και σε απόσταση 4 χλμ. περίπου από αυτό και επί της ανατολικής παραλίας της νήσου Ρόδου, αριστερά της οδού Ρόδου – Γενναδίου, κείται το Κιοτάρι, επίνειων του οικισμού. Το Κιοτάρι βρίσκεται στη θέση αρχαίου οικισμού, ο οποίος ήκμασε κατά την ελληνορωμαϊκή και παλαιοχριστιανική εποχή. Φαίνεται ότι οι κάτοικοί του εγκατέλειψαν τον οικισμόν αυτόν κατά τον 7ον μ.Χ. αι., και εγκατεστάθησαν στη θέση, όπου κείται το σημερινό Ασκληπειό, όπως συνέβη κατά κανόνα με τους περισσότερους παράλιους οικισμούς της ανατολικής Μεσογείου κατά τους μέσους χρόνους.

 

2. Μνημεία

            Εντός και εκτός του οικισμού του Ασκληπειού διατηρούνται διάφορα μνημεία, προερχόμενα από παλαιότερες εποχές, μεταξύ των οποίων είναι και τα εξής:

 

α) Ναός Αξεστρατήγου Μιχαήλ (Το εν Χώναις θαύμα)

            Δυτικά του Ασκληπειού και σε απόσταση 200μ. περίπου από αυτό, εντός του σημερινού Κοιμητηρίου του οικισμού,[3] κείται το ναΰδριο του Αρχαγγέλου Μιχαήλ.[4] Πρόκειται για μονόχωρο οικοδόμημα (εξωτ. διαστ. 9,67Χ4,94μ.) και καλύπτεται με κτιστή καμάρα και κοίλα κεραμίδια. Η ανατολική αυτού πλευρά περατούται σε μίαν ημικυκλικήν αψίδα.

            Ως πλάκα της Αγίας Τράπεζας του ναϋδρίου αυτού εχρησίμευε μέχρι και το έτος 1982 μαρμάρινη πλάκα με ανάγλυφη παράσταση και επιγραφή,[5] η οποία αρχικά έκειτο πάνω από την είσοδο του Ιπποτικού φρουρίου του Ασκληπειού (κτητορική επιγραφή) και για την οποίαν γίνεται λεπτομερέστερος λόγος παρακάτω.

 

β) Ιπποτικό φρούριο

            ΒΑ του οικισμού και σε απόσταση 300μ. περίπου από αυτόν, στην κορυφή υψώματος (υψόμετρο 200μ. περίπου), κείται το ημιερειπωμένο μεσαιωνικό φρούριο του Ασκληπειού, των χρόνων της Ιπποτοκρατίας (1308 – 1522). Υπάρχει περιμετρικό τείχος ικανού πάχους, κτισμένο από αργολιθοδομή και ασβεστοκονίαμα, το οποίο διατηρείται σε αρκετό ύψος.

            Στην ανατολική αυτού πλευρά διατηρείται η είσοδος, πάνω από την οποία είχε τοποθετηθεί η κτητορική επιγραφή,[6] Η πλάκα αυτή μεταφέρθηκε αργότερα στο ναΰδριο του Αξεστρατήγου και εχρησίμευε μέχρι το 1982 ως πλάκα της Αγίας Τράπεζας, όπως προαναφέρθηκε. Πρόκειται για πλάκα από λευκό μάρμαρο (διαστ. 0,75Χ0,57μ. και  πάχος 0,05μ.), με ανάγλυφες παραστάσεις στην κυρία όψη, όπου και είναι χαραγμένη η κτητορική επιγραφή.

            Ειδικώτερα στο κέντρο της πλάκας αυτής παρίσταται ολόσωμος η Θεοτόκος καθημένη. Διατηρείται μόνο το ένα τμήμα της κεφαλής με φωτοστέφανο και το κατώτερο τμήμα του σώματος αυτής. Το υπόλοιπο τμήμα της μορφής της Παναγίας κατεστράφη, όταν η πλάκα αυτή επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί ως πλάκα της Αγίας Τράπεζας στο ναΰδριο του Αξεστρατήγου Μιχαήλ. Έτσι χρειάσθηκε να γίνει επίπεδη η κάτω επιφάνεια της πλάκας, για την καλύτερη επαφή με το στήριγμα της Αγίας Τράπεζας.

            Αριστερά, ως προς τον θεατή, εικονίζονται ολόσωμες τρεις γονυκλινείς, δεόμενες στην Παναγία μορφές και δεξιά τέσσερεις επίσης ολόσωμες και γονυκλινείς μορφές, με τα χέρια σε στάση ικεσίας.

            Άνω αριστερά υπάρχει έμβλημα του Πάπα, ήτοι τριώροφο στέμμα και δύο κλειδιά χιαστί τοποθετημένα. Πάνω από την μορφή της Παναγίας υπάρχει η εξής εγχάρακτη επιγραφή (ύψος γραμμ. 0,025μ.):

«MA(TER) D(OMIN)I».

 

            Αριστερά της Παναγίας υπάρχει η επιγραφή (ύψος γραμμ. 0,025/0,03μ.):

«M(A)T(ER)S  XR(I)S(TI)».

 

            Δεξιά υπάρχει εγχάρακτη επιγραφή (ύψος γραμμ. 0,02/0,025μ.), η οποία έχει ως εξής:

«HOC.  OP.  FCM.  E.  Q

TPR.  DNORV.  CAN

ONICORV.  RODI

IOHIS.  DETRANOVA

ODERICI.  DACRI.

ANTONII  CONSTA

NI.  IOHIS .  CAFVRI

ET  CE  TERORV .  M

         CCCC      XXM   ».[7]

 

            Κάτωθεν της Παναγίας και αριστερά υπάρχει οικόσημο, κάτω από το οποίο διατηρούνται ίχνη επιγραφής, ήτοι:

«………………………… Β

Ο ……………………. Μ C»

 

γ) Κιοτάρι – Εφταβήματη, παλαιοχριστιανική βασιλική

            ΒΑ του παραλίου οικισμού «Κιοτάρι» και σε απόσταση 500μ. περίπου από αυτόν, δεξιά της αμαξιτής οδού Ρόδου – Γενναδίου και σε απόσταση 150μ. περίπου από αυτήν, ανατολικά της διακλαδώσεως του δρόμου προς το Ασκληπειό, στη θέση «Εφταβήματη»,[8] κείνται τα λείψανα τρίκλιτης, ξυλόστεγης βασιλικής του απλού ελληνιστικού τύπου, πιθανώς του 5ου – 6ου αι. μ.Χ.

            Διατηρούνται τμήματα από την τοιχοποιϊα της βασιλικής, ολίγα μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη, μεταξύ των οποίων και τμήμα από τον στυλοβάτη του τέμπλου, πολυάριθμα θραύσματα από τα κεραμίδια της στέγης (καλυπτήρες – στρωτήρες), πήλινα όστρακα κ.ά.[9] Στη ΝΔ πλευρά του μνημείου διατηρείται ακόμη ασβεστοκάμινο, η ύπαρξη του οποίου εξηγεί και το διατί δεν διετηρήθησαν περισσότερα μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη, τα οποία προφανώς μετεβλήθησαν σε ασβέστη.[10]

            Η βασιλική αυτή έκειτο πιθανότατα στη θέση αρχαίου οικισμού, ο οποίος ήκμαζε κατά τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους, συνεχίζοντας την ζωή παλαιότερου οικισμού, όπως συμβαίνει συνήθως.

            ΒΑ της Εφταβήματης και σε απόσταση 800μ. περίπου από αυτήν, στη θέση «Χωστοπαναγιά» θα μπορούσε κανείς να υποθέσει την ύπαρξη παλαιάς ερειπωμένης εκκλησίας. Σχετική πρόσφατη αυτοψία έδειξε ότι στη θέση αυτή διατηρούνται λείψανα παλαιών κτισμάτων, μεταξύ των οποίων όμως δεν διεπιστώθη η ύπαρξη χριστιανικού ναού.

            ΝΑ του Ασκληπειού και σε απόσταση 4 χλμ. περίπου από αυτό, στη θέση «Σχοινιά, τα», στην κορυφή χαμηλού υψώματος με ωραία θέα προς την θάλασσα (παραλία Κιοταρίου – Γενναδίου) κείνται λείψανα οικοδομημάτων, διακρίνεται η βάση ελαιοπιεστηρίου από εγχώριο λίθο, διατηρούνται τάφοι, κ.ά., από τα οποία συνάγεται η ύπαρξη στη θέση αυτή αρχαίου και μεσαιωνικού οικισμού.

 

δ) Κιοτάρι – Μεταμόρφωση του Σωτήρος

            Στο κέντρο του οικισμού υψώνεται ο ναός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (6 Αυγούστου). Πρόκειται για μονόχωρο οικοδόμημα (εξωτ. διαστ. 10,89Χ4,85μ.), το οποίο καλύπτεται με κτιστή, ημικυλινδρική στέγη, η οποία εξωτερικά φέρει υδραυλικό κονίαμα (κουρασάνι).

            Η ανατολική πλευρά του ναού περατούται σε μίαν ημικυκλικήν αψίδα (χορδής 2,88μ.). Στο μέσον της δυτικής πλευράς ανοίγεται η είσοδος (πλάτ. 0,86μ.). Το δάπεδο του ναού καλύπτεται με χοχλάκι.

            Εντός και εκτός του ναού της Μεταμορφώσεως διατηρούνται πολυάριθμα μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη, τα οποία προέρχονται πιθανώς από την παλαιοχριστιανική βασιλική της Εφταβήματης. Μεταξύ άλλων υπάρχουν και τα εξής:

Έξι κορμοί από κυλινδρικούς, αρραβδώτους κίονες, οι οποίοι προέρχονται από τις κιονοστοιχίες της βασιλικής.

Διαχωριστικός αμφικιονίσκος παραθύρου.

Κυλινδρικός βωμός ρωμαϊκών χρόνων, ο οποίος φέρει διάκοσμον από βουκράνια και γιρλάντες.

Βάσεις κιόνων.

Δύο κορινθιάζοντα κιονόκρανα με φύλλα ακάνθου.

            Στην αυλή του ναού αυτού διατηρείται ικανός αριθμός από κτιστούς κιβωτιόσχημους τάφους των μέσων χρόνων.

            Σημειωτέον, ότι ολόκληρη η παραλία μεταξύ Κιοταρίου και Γενναδίου είναι κατάσπαρτη από λείψανα αρχαίων κτισμάτων, τα οποία προέρχονται από την ελληνορρωμαϊκή εποχή και τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους. Διακρίνονται, μεταξύ άλλων και τα εξής: λείψανα τοίχων οικοδομημάτων, δάπεδα από μαρμαροθέτημα, δόμοι παλαιών κτισμάτων, μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη, πήλινα όστρακα, οπτόπλινθοι κ.ά.

            ΒΔ του οικισμού και σε μικρή απόσταση από αυτόν, αριστερά της αμαξιτής οδού Ρόδου – Γενναδίου, στην κορυφή χαμηλού υψώματος, διατηρούνται τα λείψανα αρχαίας οχυρώσεως (φρουρίου).

 

ε) Αροσαλή, Ζωοδόχος Πηγή

            ΒΑ του οικισμού και σε απόσταση δύο χλμ. περίπου από αυτόν, στη θέση «Αροσαλή»[11] κείται το ναΰδριο της Παναγίας Ζωοδόχου Πηγής.

            Πρόκειται για μονόχωρο οικοδόμημα (εσωτ. διαστ. 5,70Χ3,51μ.), το οποίο καλύπτεται με κτιστή καμάρα. Η ανατολική αυτού πλευρά περατούται σε μίαν αψίδα, εσωτερικά ημικυκλική και εξωτερικά πεντάπλευρη. Στο μέσον της αψίδας ανοίγεται μικρό παράθυρο (πλάτ. 0,23μ.).

            Στο μέσον της δυτικής πλευράς ανοίγεται η είσοδος (πλάτ. 1,03μ.). Στο μέσον της νότιας εσωτερικής πλευράς υπάρχει τυφλό αψίδωμα (πλάτ. 1,00μ.).

            Στις εσωτερικές επιφάνειες των τοίχων του ναού διατηρούνται λείψανα από τοιχογραφίες σε δύο στρώματα. Το μεγαλύτερο τμήμα αυτών καλύπτεται από μεταγενέστερα επιχρίσματα. Ειδικώτερα διακρίνονται οι εξής τοιχογραφίες:

 

α’ Στρώμα (παλαιότερο):

Κυρίως ναός

Νότιος τοίχος (από Α προς Δ):

Άγιος αδιάγνωστος

Ομοίως

Ομοίως

Ομοίως

Ομοίως

Ομοίως

Ομοίως

 

Βόρειος τοίχος (από Δ προς Α):

Λείψανα Αγίου αδιαγνώστου

Αρχάγγελος Μιχαήλ

Ιωάννης ο Πρόδρομος

Ιησούς Χριστός

Πιθανώτατα στη θέση αυτή εικονίζετο η Θεοτόκος, η οποία όμως δεν διατηρείται. Ήτοι πρόκειται για την παράσταση της Μικράς Δεήσεως.

            Οι τοιχογραφίες αυτές του α’ στρώματος προέρχονται πιθανώς από το β’ μισό του 14ου αι.

 

β’ στρώμα (νεώτερο):

            Από το β’ στρώμα διακρίνονται μόνο λείψανα τοιχογραφιών και όχι εκτεταμένα ζωγραφικά σύνολα ή παραστάσεις μεμονωμένων Αγίων. Πιθανώς να κρύπτονται κάτω από τα επιχρίσματα.

 

3. Αρχιτεκτονική

            Ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Ασκληπειό Ρόδου, όπως διατηρείται σήμερα, παρουσιάζει τουλάχιστον δύο οικοδομικές φάσεις.[12] Αρχικά (14ος αι.) κτίσθηκε, πιθανώς στη θέση παλαιότερου, ναός σε σχήμα ελευθέρου σταυρού, ο οποίος κατατάσσεται στη β’ παραλλαγή του τύπου.[13] Αργότερα, στα μέσα του 19ου αι., προσετέθησαν στην ΒΔ και ΝΔ γωνία αυτού ορθογωνίου σχήματος προσκτίσματα, προκειμένου να δημιουργηθεί μεγαλύτερος χώρος στο εσωτερικό του ναού και να εξυπηρετούνται καλύτερα οι πιστοί, ο αριθμός των οποίων θα πρέπει να είχε αυξηθεί σημαντικά.

Α’ φάση:

            Πρόκειται για ευρύχωρο οικοδόμημα (εξωτ. διαστ. Μήκους 15,33μ., μη συνυπολογιζομένης της αψίδας του Ιερού Βήματος και πλάτους 14,20μ.), σε σχήμα ελευθέρου σταυρού.[14]

            Η ανατολική αυτού κεραία (εσωτ. διαστ. 3,80Χ2,10μ.) περατούται προς Α σε μίαν μεγάλην ημικυκλικήν αψίδα (χορδής 3,32 και βέλους 1,55μ.).[15] Στο μέσον αυτής (πάχος τοίχου 0,82μ.) ανοίγεται ένα ορθογωνίου σχήματος παράθυρο (0,48Χ0,34μ.).

            Στο ανατολικό τμήμα της βορείας εσωτερικής πλευράς του Ιερού Βήματος και μέσα στο πάχος του τοίχου ανοίγεται μία ορθογωνίου σχήματος κόγχη (πλάτ. 0,63, ύψους 0,73 και βάθους 0,50μ.) η οποία χρησιμεύει ως Πρόθεση.

            Ολόκληρος ο χώρος της ανατολικής κεραίας χρησιμεύει ως Ιερό Βήμα και χωρίζεται από τον χώρο του κυρίως ναού με ξύλινο τέμπλο.

            Στο μέσον του Ιερού Βήματος κείται η Αγία Τράπεζα, η οποία είναι σχήματος τετραγώνου (διαστ. 0,98Χ0,98 και ύψους 0,90μ.). Στηρίζεται πάνω σε μαρμάρινο, παλαιοχριστιανικό, κυλινδρικό, αρράβδωτο κίονα, φαιού χρώματος, στη ράχη του οποίου υπάρχει ανάγλυφος σταυρός, με τις κεραίες πεπλατυσμένες σας άκρα (ύψος κίονα 0,69, διάμ. 0,34μ.). Πάνω από την Αγία Τράπεζα υπάρχει ξύλινο, ημισφαιρικό κιβώριο, το οποίο στηρίζεται σε τέσσερεις ξύλινους κίονες.[16]

            Η νότια κεραία του σταυρού (εσωτ. διαστ. Μήκους 4,82 και πλάτους 3,83μ.) αρχικά εξείχε κατά 3,90μ. του σώματος του κυρίως ναού. Στο μέσον της νοτίας πλευράς της νοτίας κεραίας ανοίγεται ένα παράθυρο σχήματος ορθογωνίου (1,30Χ0,88μ.). Εξωτερικά και πάνω από αυτό δημιουργείται τυφλό αψίδωμα, γύρω από το οποίο είναι εντοιχισμένα έξι πήλινα πινάκια. Αρχικά στη θέση του παραθύρου αυτού υπήρχε θύρα, τοξωτή άνω, η οποία αργότερα εντοιχίσθηκε και μετετράπη σε παράθυρο.

            Η βόρεια κεραία του σταυρού (εσωτ. διαστ.: μήκους 4,82 και πλάτους 3,83μ.) εξείχε κατά 3,90μ. από το κυρίως σώμα του ναού. Στο μέσον της βόρειας πλευράς αυτής ανοίγεται ένα ορθογωνίου σχήματος παράθυρο (1,08Χ0,77μ.). Εξωτερικά και πάνω από αυτό υπάρχει τυφλό αψίδωμα, γύρω από το τόξο του οποίου είναι εντοιχισμένα πέντε πήλινα πινάκια με εφυάλωση. Πάνω από αυτά έχουν εντοιχισθεί άλλα τέσσερα όμοια πινάκια, τα οποία σχηματίζουν σταυρό.

            Φαίνεται ότι αρχικά στη θέση αυτή του παραθύρου υπήρχε είσοδος, η οποία εντοιχίσθηκε αργότερα και μετετράπη σε παράθυρο. Το μέγιστο εσωτερικό πλάτος του ναού στο σημείο των δύο πλαγίων κεραιών – νοτίας και βορείας – είναι 12,61μ.

            Η δυτική κεραία (εσωτ. διαστ.: μήκους 8,85 και πλάτους 3,35μ.) εξείχεν υπερβολικά προς τα δυτικά από το κυρίως σώμα του αρχικού ναού. Στο μέσον της δυτικής πλευράς της δυτικής κεραίας ανοίγεται η κυρία είσοδος του ναού σχήματος ορθογωνίου (1,78Χ0,96μ.), η οποία περατούται άνω σε τόξο.

            Εξωτερικά και πάνω από την είσοδο έχει εντοιχισθεί δόμος από σιτόχρου πωρόλιθο (διαστ. 0,33Χ0,25μ.), πάνω στον οποίον υπάρχει ανάγλυφο οικόσημο των χρόνων της Ιπποτοκρατίας. Στο κάτω τμήμα της όψεως αυτού έχει χαραχθεί με αραβικά ψηφία – σχετικά πρόσφατα[17] - το έτος 1060, ως δήθεν έτος ιδρύσεως του ναού. Πιθανώς η χρονολογία αυτή απηχεί παλαιά παράδοση και αναφέρεται στο έτος ιδρύσεως του αρχικού ναού, στη θέση του οποίου κτίσθηκε ο μέχρι σήμερα σωζόμενος ναός. Ο ναός αυτός, όπως φαίνεται από την αρχιτεκτονική μορφή, την οποίαν εμφανίζει, πιθανώτατα κτίσθηκε κατά το β’ μισό του 14ου αι.

            Στη δυτική όψη του ναού, βόρεια της κυρίας εισόδου, σε απόσταση 0,25μ. από αυτήν και σε ύψος 0,70μ. από το δάπεδο της αυλής, είναι εντοιχισμένος ορθογωνίου σχήματος δόμος (0,52Χ0,33μ.), πάνω στον οποίον υπάρχει η επιγραφή (ύψος γραμμ. 0,08/0,09μ.): «1222». Αν και η επιγραφή αυτή φαίνεται παλαιά, όμως προσφάτως δεν εγράφη τότε, αλλά πολύ μεταγενέστερα.[18] Ίσως να απηχεί και αυτή κάποια παράδοση, για την ίδρυση ενός από τους ναούς στη θέση αυτή, που προηγήθηκαν του σημερινού.

            Πάνω από την είσοδο του ΒΔ προσκτίσματος του ναού, η οποία ανοίγεται στο μέσον της δυτικής πλευράς αυτού, υπάρχει πλάκα με την επιγραφή: «1856». Πρόκειται πιθανώτατα για το έτος ανεγέρσεως του ΒΔ και ΝΔ προσκτίματος.

            Επίσης στη δυτική πλευρά της νοτίας κεραίας του κυρίως ναού ανοίγεται είσοδος, τοξωτή άνω, η οποία κατασκευάσθηκε μετά την προσθήκη των προσκτισμάτων. Βόρεια του τόξου αυτής και πάνω από το επίχρισμα υπάρχουν οι χρονολογίας : «1866» και «1877». Πρόκειται για χαράγματα, τα οποία έγιναν μετά την προσθήκη των γωνιακών αυτών διαμερισμάτων.

            Στο μέσον της βορείας εσωτερικής πλευράς της δυτικής κεραίας του ναού υπάρχει τυφλό αψίδωμα (πλάτ. 1,90, ύψους 1,82 και βάθους 0,62μ.), με οξυκόρυφη απόληξη άνω. Πιθανώς παρόμοιο αψίδωμα θα υπήρχε και στην αντίστοιχη θέση της νοτίας εσωτερικής πλευράς του ναού, το οποίον αποτοιχίστηκε αργότερα (μέσα 19ου αι.), για την δημιουργία προσπελάσεως προς το ΝΔ πρόσκτισμα.

            Στο δυτικό τμήμα της νοτίας εσωτερικής πλευράς του ναού υπάρχει επίσης τυφλό αψίδωμα (πλάτ. 1,85, ύψους 1,85 και βάθους 0,61μ.).

            Οι τέσσερεις κεραίες του σταυρού καλύπτονται με κτιστές καμάρες και έφεραν εξωτερικά υδραυλικό κονίαμα (κουρασάνι). Πρόσφατα εκαλύφθησαν εξωτερικά με κοίλα κεραμίδια,[19] για την καλύτερη στεγανοποίηση του μνημείου και την προστασία των τοιχογραφιών από την υγρασία.

            Στο κέντρο του ναού υψώνεται ημισφαιρικός τρούλλος, φερόμενος σε υπερυψωμένο τύμπανο, εσωτερικά κυλινδρικό (διάμ. βάσεως 4,00 περίπου) και εξωτερικά οκταγωνικό. Στις πλευρές του τυμπάνου του τρούλλου και προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα ανοίγονται τέσσερα συνολικά παράθυρα, με τοξωτήν απόληξην άνω.

            Κατά το β’ μισό του 17ου αι.[20] εκοσμήθησαν οι εσωτερικές επιφάνειες του κυρίως ναού με τοιχογραφίες, οι οποίες διατηρούνται σε καλή σχετικά κατάσταση μέχρι σήμερα.[21]

            Ο ναός έφερε και παλαιότερες τοιχογραφίες (τον 15ο αι.), οι οποίες είτε κατεστράφησαν με την πάροδο του χρόνου, είτε εκαλύφθησαν από μεταγενέστερα επιχρίσματα. Λείψανα αυτών απεκαλύφθησαν σε ωρισμένα τμήματα της δυτικής κεραίας του ναού.

 

Β’ φάση:

            Ασφαλώς μετά το έτος 1677, οπότε ολοκληρώθηκε η αγιογράφηση του εσωτερικού του ναού και σε μέσα του 19ου αι., προσετέθησαν στην ΝΔ και ΒΔ γωνία του σταυρικού ναού τα προσκτίσματα, τα οποία υπάρχουν και μέχρι σήμερα, για την εξασφάλιση περισσοτέρου εσωτερικού χώρου και την εξυπηρέτηση των αναγκών της Ενορίας.

            Ειδικώτερα, στη ΝΔ γωνία προσετέθη ορθογωνίου κατόψεως πρόσκτισμα (εσωτ. διαστ. 7,58Χ3,34μ.), το οποίο εκαλύφθη με βεργωτό σταυροθόλιο, κατά υστερογοτθικήν επίδραση. Εξωτερικά η στέγη φέρει υδραυλικό κονίαμα (κουρασάνι).[22]

            Προκειμένου να ενοποιηθεί ο χώρος αυτός με τον υπόλοιπο ναό εδημιουργήθησαν δύο ανοίγματα, ήτοι: στο μέσον της ανατολικής πλευράς του προσκτίσματος αυτού θύρα (1,83Χ0,82μ.) και στο μέσον της βορείας πλευράς ανοίχθηκε είσοδος (1,88Χ1,85μ.).

            Στο μέσον της δυτικής πλευράς ανοίχθηκε είσοδος (1,63Χ0,93μ.), τοξωτή άνω, ενώ στη νότια πλευρά ανοίχθηκαν δύο ορθογώνια παράθυρα (1,10Χ0,71μ.), τα οποία φέρουν εξωτερικά και πάνω από αυτά τυφλά, οξυκόρυφα αψιδώματα, χαρακτηριστικά των τελευταίων χρόνων της Τουρκοκρατίας.

            Στη ΒΔ γωνία προσετέθη αντίστοιχο πρόσκτισμα (εσωτ. διαστ. 7,27Χ 3,77μ.), το οποίο εκαλύφθη με βεργωτό σταυροθόλιο και υδραυλικό κονίαμα εξωτερικά. Στο μέσον της ανατολικής πλευράς ανοίχθηκε μία δίοδος (2,08Χ2,00μ.). Στο ανατολικό τμήμα της νότιας πλευράς ανοίχθηκε μία θύρα (1,98Χ1,85μ.), ενώ στο δυτικό τμήμα της ίδιας πλευράς ανοίχθηκε δεύτερη θύρα (1,95Χ1,82μ.).

            Στο μέσον της δυτικής πλευράς ανοίγεται είσοδος (1,70Χ0,92μ.), τοξωτή άνω. Στη βόρεια πλευρά ανοίγονται δύο ορθογωνίου σχήματος παράθυρα (1,08Χ0,71μ.), τα οποία φέρουν εξωτερικά και άνω τυφλά αψιδώματα, χαρακτηριστικά των τελευταίων χρόνων της Τουρκοκρατίας.

            Τα δάπεδα του Ιερού Βήματος, του κυρίως ναού και των δύο προσκτισμάτων καλύπτονται με χοχλάκι.

 

4. Τέμπλο – Εικόνες

            Το τέμπλο του ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Ασκληπειού είναι ξυλόγλυπτο,[23] δουλεμένο σε ελαφρό ανάγλυφο. Φαίνεται παλαιό, προερχόμενο πιθανώς από τα μέσα του 18ου αι. και είναι σχετικά απλό στη σύνθεση. Περιλαμβάνει πέντε ζώνες, ήτοι (από πάνω προς τα κάτω):

Α’ Ζώνη:       Στο κέντρο της άνω ζώνης κείται ο σταυρός, με τον Ιησούν Χριστόν εσταυρωμένον. Δεξιά του Χριστού (βόρεια) παρίσταται η Θεοτόκος και αριστερά ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, ο ηγαπημένος μαθητής,[24] ως συνήθως.

Β’ Ζώνη:        Η ζώνη αυτή αρχικά περιελάμβανε βλαστόν κληματίδας και εικόνες Προφητών της Π.Δ. Το μεγαλύτερο μέρος της ζώνης αυτής έχει καταστραφεί. Διατηρούνται μόνο τα λείψανα από τον βλαστό της κληματίδας και τρεις μορφές Προφητών.

Γ’ Ζώνη:        Στο κέντρο εικονίζεται η Δέηση και εκατέρωθεν ανά έξι Απόστολοι από την οσφύ και άνω. Ειδικώτερα: στο μέσον παρίσταται ο Ιησούς Χριστός στηθαίος, δεξιά Του η Θεοτόκος και αριστερά Του ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, επίσης στηθαίοι.

 

Βόρειο μισό (από Β προς Ν):       

1.      Απόστολος αδιάγνωστος

2.      Σίμων ο Κανά

3.      Ιάκωβος

4.      Ματθαίος

5.      Ιωάννης ο Θεολόγος

6.      Παύλος

 

Νότιο μισό (από Β προς Ν):

7.      Απόστολος αδιάγνωστος

8.      Ομοίως

9.      Ομοίως

10.  Ομοίως

11.  Ομοίως

12.  Ομοίως

 

Δ’ Ζώνη:        Περιλαμβάνει τρεις δεσποτικές εικόνες, ήτοι:

1.      Ιησούς Χριστός, ως Μέγας Αρχιερεύς (1,05Χ0,68μ.)

            Πρόκειται για ξύλινη, φορητή, σκαφωτή εικόνα, η οποία φέρει κάτω και στο μέσο ξύλινη, εξέχουσα λαβή.[25] Εικονίζεται ο Ιησούς Χριστός από την οσφύ και άνω, μετωπικός. Φέρει αρχιερατικά άμφια. Το ωμοφόριο Του είναι φαιού χρώματος, με μεγάλους ερυθρόχρωμους σταυρούς. Το φωτοστέφανο και το δεξί χέρι του Χριστού καλύπτονται με αργυρή επένδυση.

            Ο Ιησούς ευλογεί με το δεξί χέρι και κρατεί ανοικτό κώδικα ευαγγελίου με το αριστερό, στον οποίον υπάρχει το παρακάτω κείμενο, σε δύο στήλες, ήτοι:

«ΟΣΤΙC ΘΕΛΕΙ                         Τ(ΟΝ) ΣΤΑΒΡΟΝ ΑΥΤΟΥ

ΟΠΙCΩ ΜΟΥ ΑΚ                     Κ(ΑΙ) ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΤΩ

ΟΛΟΥΘΙ ΑΠΑΡ                                   ΜΟΙ ΟC ΓΑΡ ΑΝ

ΝΗΣΑCΘΩ Α                            ΘΕΛΗ ΤΗΝ ΨΥ

ΙΑΥΤΟΝ Κ(ΑΙ)  ΑΡΑΤΟ          ΧΗΝ ΑΥΤΟΥ CΩΣΑΙ…».[26]

 

            Εκατέρωθεν του Χριστού υπάρχει η επιγραφή:

«Ι(ΗΣΟΥ)C  Χ(ΡΙΣΤΟ)C

Ο ΜΕΓΑC  ΑΡΧΙΕΡΕΥC»

 

            Η εικόνα αυτή του Χριστού φαίνεται να είναι σύγχρονη προς την εικόνα της Παναγίας, η οποία έγινε το έτος 1752.

 

 2. Παναγία Οδηγήτρια (1,02Χ0,71μ.)

            Ξύλινη, σκαφωτή εικόνα, η οποία φέρει κάτω και στο μέσον εξέχουσα λαβή, όπως και η εικόνα του Χριστού. Εικονίζεται η Θεοτόκος από την οσφύ και άνω, αριστεροκρατούσα, στον τύπο της Οδηγήτριας.

            Η Παναγία φορεί κυανόχρωμο χιτώνα με διάλιθη περίκλειση άνω και ερυθρό μαφόριο και ιμάτιο. Έχει υπερυψωμένο το δεξί χέρι σε στάση δεήσεως και με το αριστερό κρατεί τον Ιησού Χριστό ως βρέφος.

            Το φωτοστέφανο της Παναγίας, καθώς και το δεξί Της χέρι, καλύπτονται με αργυρή επένδυση. Πάνω στην επένδυση του χεριού υπάρχει η επιγραφή:

«ΙΟΑΝΗ».[27]

 

            Ο Χριστός φορεί φαιού χρώματος χιτώνα και χρυσίζον ιμάτιο. Ευλογεί με το δεξί χέρι και κρατεί συνεπτυγμένο ειλητάριο με το αριστερό. Το φωτοστέφανό Του καλύπτεται επίσης με αργυρή επένδυση.

            Εκατέρωθεν της Θεοτόκου υπάρχει η επιγραφή:

«ΜΗ(ΤΗ)Ρ  Θ(Ε)ΟΥ»

 

            Κάτω και αριστερά υπάρχει η εξής μικρογράμματη επιγραφή:

«Πρέσβεβαι υπέρ του

δούλου σου  γεοργίου

και χρισής

1752».[28]

 

            Κάτω και δεξιά υπάρχει η εξής μικρογράμματη επιγραφή:

«Επεσκευά-

σθη δαπάνη

Παναγιώτου

Βασιλείου,

Μαρτίου 28

τω 1875».[29]

 

 3. Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος (1,06Χ0,62μ.)

            Εικονίζεται ως ένσαρκος άγγελος από την οσφύ και άνω, με στροφή προς τα αριστερά. Έχει υψωμένο το δεξί χέρι σε στάση ομιλίας και με το αριστερό φέρει σταυρό και ανεπτυγμένο ειλητάριο, πάνω στο οποίο είναι γραμμένη η εξής μικρογράμματη επιγραφή:

«ιδε ο α-

μνός του

Θεού, ο

αίρων τ-

ην αμαρ-

τίαν του

κόσμου.

ουτος ε-

στι περί ου

εγώ ειπον.

οπίσω μου

έρχεται α-

νήρ ος εμ-

προσθέν μου

γέγονε».[30]

 

            Κάτω αριστερά εικονίζεται η κεφαλή του Ιωάννου «επί πίνακι» και υπάρχει η επιγραφή: «ΑΩΞΓ’», ήτοι 1863. Πρόκειται για το έτος κατασκευής της εικόνας.

 

4. Ωραία Πύλη – Παναγία

            Το άνω μισό της Ωραίας Πύλης φέρει αντί  βήλου ή καταπετάσματος ξύλινη, φορητή, συρόμενη εικόνα της Θεοτόκου. Εικονίζεται η Παναγία ολόσωμη, ένθρονη, βρεφοκρατούσα. Με το αριστερό χέρι κρατεί τον Ιησού Χριστό ως βρέφος. Εκατέρωθεν της Θεοτόκου εικονίζεται ανά ένας Άγγελος ολόσωμος, ιπτάμενος, φέρων τα όργανα του Πάθους.

 

5. Βόρεια θύρα

            Το άνω τμήμα της βορείας θύρας χωρίζεται σε δύο ζώνες.

α) Άνω ζώνη:                        Εικονίζονται δύο Άγγελοι.

β) Κάτω ζώνη:         Στο βόρειο μισό εικονίζεται ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Κρατεί ανεπτυγμένο Ακολουθίες ειλητάριο με την επιγραφή:

«Ο Θ(ΕΟ)C Ο

ΘΕΟC  Η

ΜΩΝ  Ο

ΤΩΝ  ΟΥ

ΡΑΝΙΟΝ

ΑΡΤ(ΟΝ)»[31]

 

            Στο νότιο μισό εικονίζεται ο Μέγας Βασίλειος, ο οποίος φέρει ανεπτυγμένο Ακολουθίες ειλητάριο με την επιγραφή:

«ΟΥΔΕΙC

ΑΞΙΟC

ΤΩ CΙ

ΝΔΕΔ.

ΜΕΝΩΝ…»[32]

 

Ε’ Ζώνη:        Περιλαμβάνει τα Βημόθυρα και τα θωράκια του τέμπλου.

1. Βημόθυρα

            Η Ωραία Πύλη κλείεται κάτω με ξύλινη, δίφυλλη θύρα, η οποία φέρει άνω εντός στηθαίου τον Ιησού Χριστό στηθαίο, μετωπικό, εικονιζόμενον ως Μέγα Αρχιερέα.

            Κάτω από τον Χριστό εικονίζεται ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου και κατωτέρω οι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος.

 

2. Θωράκια

            Τα θωράκια του κάτω τμήματος του τέμπλου είναι ξύλινα και φέρουν διάκοσμο σε ελαφρό ανάγλυφο, ο οποίος αποτελείται από ελικοειδείς βλαστούς σχηματοποιημένους.

 

 

5. Δεσποτικός θρόνος

            Στη ΝΔ γωνία του κυρίως ναού, σε σημείο, ώστε να είναι ορατός από όλα σχεδόν τα σημεία του ναού, κείται ο επισκοπικός θρόνος. Πρόκειται για ξυλόγλυπτο θρόνο, ο οποίος στηρίζεται πάνω σε ξύλινη βάση. Στον θρόνο οδηγούν τρεις ξύλινες βαθμίδες. Φέρει ερεισίνωτο και ερεισίχειρα και καλύπτεται άνω με είδος κιβωρίου (ουρανού). Ο θρόνος είναι της ίδιας τέχνης με το τέμπλο, της ίδιας εποχής και πιθανώτατα έχει κατασκευασθεί από τον ίδιο ξυλογλύπτη ή το ίδιο συνεργείο ξυλογλυπτών, που κατεσκεύασε και το τέμπλο του ναού.

            Ο θρόνος φέρει διάφορα ανάγλυφα διακοσμητικά, όπως: ρόμβους, ρόδακες, σχηματοποιημένους βλαστούς με φύλλα και άνθη, πλοχμούς κ.ά. Είναι δουλεμένος στην τέχνη του ελαφρού αναγλύφου. Το ξύλο δεν έχει βαφεί και στη ράχη του θρόνου δεν υπάρχει εικόνα, όπως συνηθίζεται να παρίσταται στη θέση αυτή ο Ιησούς Χριστός ως Μέγας Αρχιερεύς.

            Στα ερεισίχειρα υπάρχουν ανάγλυφες κεφαλές λεόντων. Ο λέων, ως γνωστόν, είναι σύμβολο της δυνάμεως, αλλά και σύμβολο των εχθρών της εκκλησίας και του κακού γενικώτερα.[33]


ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΕΣ

 

Γενικά

            Στις εσωτερικές επιφάνειες των τοίχων του αρχικού σταυροσχήμου ναού, διατηρούνται σε καλή σχετικώς κατάσταση τοιχογραφίες[34] του 17ου αι., οι οποίες προέρχονται από τα έτη 1676 και 1677, σύμφωνα με διατηρούμενες επιγραφές. Στη δυτική κεραία του σταυρού διατηρούνται τοιχογραφίες παλαιοτέρας εποχής.

            Οι τοιχογραφίες επιζωγραφήθησαν εν μέρει το έτος 1930, σύμφωνα με επιγραφή, που διατηρείται στη νότια εσωτερική πλευρά της δυτικής κεραίας του σταυρού. Στο τύμπανο του αψιδώματος υπάρχει τοιχογραφία του Αγίου Δημητρίου εφίππου, φονεύοντος τον Σκυλόγιαννη.[35] Κάτω δεξιά υπάρχει η επιγραφή (ύψος γραμμ. 0,015/0,02μ., βάθος καστανό, χρώμα γραμμάτων λευκό):

 

«Επιδιώρθ(ωσις) τη 20/ΧΙΙ/1930

Β(ασίλειος) Σ. Παπαδόπουλος

(Εκ Βουρουρίου Πισιδίας).


ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

 

Ι. ΙΕΡΟ ΒΗΜΑ

 

Τεταρτοσφαίριο

Ι. Πλατυτέρα[36]

            Στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας του Ιερού Βήματος εικονίζεται, ως συνήθως, η Θεοτόκος ολόσωμη, βρεφοκρατούσα, περιβαλλόμενη από δύο ολόσωμους σεβίζοντες Αγγέλους. Η Παναγία παρίσταται καθήμενη σε πολυτελή ξύλινο θρόνο, με ερεισίνωτο και χωρίς ερεισίχειρα. Κάθεται πάνω σε ερυθρού χρώματος προσκεφάλαιο. Φορεί κυανού χρώματος χειριδωτό χιτώνα και πορφυρό μαφόριο.

            Εκατέρωθεν της κεφαλής της Παναγίας υπάρχει η επιγραφή:

«ΜΗ(ΤΗ)Ρ  Θ(Ε)ΟΥ»

 

            Ο Ιησούς Χριστός εικονίζεται ολόσωμος, μετωπικός. Φορεί χειριδωτό χιτώνα και ιμάτιο. Με το δεξί χέρι ευλογεί και κρατεί συνεπτυγμένο ειλητάριο με το αριστερό. Γύρω από την κεφαλή του υπάρχει η επιγραφή:

«Ι(ΗCΟΥ)C  Χ(ΡΙCΤΟ)C»

 

2. Κοινωνία των Αποστόλων

            Κάτω ακριβώς από την Πλατυτέρα εικονίζεται η Κοινωνία των Αποστόλων, ως συνήθως.[37] Στο κέντρο παρίσταται Αγία Τράπεζα με κιβώριο και εκατέρωθεν αυτής ο Ιησούς Χριστός, ως Μέγας Αρχιερεύς, προσφέροντας το σώμα[38] και το αίμα[39] Του στους Αποστόλους. Στο βόρειο μισό της συνθέσεως εικονίζεται  η μετάδοση του άρτου και στο νότιο η μετάδοση του οίνου.

            Η παράσταση έχει επιζωγραφηθεί κατά πολύ αδέξιο τρόπο, πιθανώτατα το 1930. Ειδικώτερα τα ιμάτια των Αποστόλων του βορείου ημιχορίου έχουν επιζωγραφηθεί τόσο πρόχειρα, με σκοπό να ζωηρέψουν οι χρωματισμοί, ώστε το χρώμα έχει χυθεί προς τα κάτω και έχει σχηματίσει ροή μέχρι τον Αγιον Ευθύμιον, έναν από τους συλλειτουργούντες Ιεράρχες της αψίδας του Ιερού Βήματος.

 

Αψίδα

Συλλειτουργούντες Ιεράρχες

            Στο χώρο της αψίδας εικονίζονται ολόσωμοι έξι Άγιοι Ιεράρχες συλλειτουργούντες.[40] Φέρουν στιχάρια, πολυσταύρια φελόνια και σταυροφόρα ωμοφόρια. Κρατούν ανεπτυγμένα, ενεπίγραφα λειτουργικά ειλητάρια, τα οποία περιέχουν ευχές από την Θεία Λειτουργία.

            Ειδικώτερα εικονίζονται οι εξής Άγιοι Ιεράρχες (από Β προς Ν):

 

1. Άγιος Ευθύμιος

            Εικονίζεται στραμμένος προς τα δεξιά, προς το κέντρο της αψίδας. Εκατέρωθεν της κεφαλής του υπάρχει η επιγραφή:

«Ο ΑΓΙΟC  ΕΥΘΥΜΙΟC»

 

            Κρατεί ανεπτυγμένο Ακολουθίες ειλητάριο με την εξής επιγραφή:

«+ Ο Θ(ΕΟ)C  O

ΑΓΙΟC  O E

ΑΓΙΟΙC

ANAΠΑ

ΒΟΜΕΝ

ΟC  Ο  ΤΡΙ

CΑΓΙΑ  Φ

ΩΝΗ  Υ

ΠΩ  ΤΩΝ

CΕΡΑΦ(ΕΙΜ)».[41]

 

2. Γρηγόριος ο Θεολόγος

            Παρίσταται ολόσωμος, στραμμένος προς τα δεξιά και προσβλέπων στο κέντρον της αψίδας. Εκατέρωθεν αυτού υπάρχει η επιγραφή:

«Ο ΑΓΙΟC ΓΡΙΓΟΡΙΟC Ο ΘΕΟΛΟΓΟC»

 

            Επί του ειληταρίου, το οποίο κρατεί, υπάρχει η επιγραφή:

«+Κ(ΥΡΙ)Ε  Ο Θ(ΕΟ)C

ΗΜΩΝ

COCΩΝ

TΩN  A

AΩΝ  C

ΟΥ  ΚΑΙ

ΕΥΛΟΓΗ

CON  T

ΗΝ  ΚΛΗ

ΡΟΝΟΜ

ΙΑΝ  COY».[42]

 

3. Ιωάννης ο Χρυσόστομος

            Τρίτος από τα αριστερά εικονίζεται ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.[43] Είναι επίσης στραμμένος προς το κέντρον της αψίδας. Εκατέρωθεν αυτού υπάρχει η επιγραφή:

«Ο ΑΓΙΟC ΙΩ(ΑΝΝΗC)  Ο  ΧΡ(ΥCΟCΤΟΜΟ)C».

 

            Πάνω στο ειλητάριο, το οποίο φέρει, υπάρχει το κείμενο:

«+Ο  Θ(ΕΟ)   Ο

Θ(ΕΟ)C  ΗΜ

ΩΝ  Ο  Τ

ΩΝ  ΟΥ(ΡΑ)Ν(Ι)

ΟΝ  ΑΡΤΟ

Ν  ΤΗΝ  Τ

ΟΥ  ΠΑΝ

ΤΟC  ΚΟ

ΣΜΟΥ

ΤΟΝ…».[44]

 

4. Μελισμός

            Στο μέσον της αψίδας εικονίζεται, ως συνήθως,[45] η παράσταση του Μελισμού. Παρίσταται ορθογωνίου σχήματος Αγία Τράπεζα και επ’ αυτής τα «Τίμια Δώρα», ήτοι αριστερά το Δισκάριο με τον Αγιον Αρτον και δεξιά το Αγιον Ποτήριον με το αίμα του Χριστού. Δεξιώτερα εικονίζεται κλειστός κώδικας, προφανώς το Ευαγγέλιον.

 

5. Μέγας Βασίλειος

            Ο Μέγας Βασίλειος παρίσταται στραμμένος προς τα αριστερά, βλέπων επίσης προς το κέντρον της αψίδας, όπου η παράσταση του Μελισμού. Εκατέρωθεν αυτού υπάρχει η επιγραφή:

«Ο  ΑΓΙΟC  ΒΑCΙΛΕΙΟC».

 

            Επί του ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣύ ειληταρίου, το οποίο κρατεί, υπάρχει το κείμενο:

«+ΟΥΔΕΙC

ΑΞΙΟC  Τ

ΩΝ  CΥΝ

ΔΕΔΕΜ

ΕΝΟΝ  Τ

ΕC  CΑΡΚ

ΗΚΑΙC  Ε

ΠΥΘΗΜ

ΙΑΙC  ΚΑΙ

ΗΔΟΝ

ΕC  ΠΡΟC

ΕΡΧΕC(ΘΑΙ)».[46]

 

 

6. Άγιος Υπάτιος

            Ο Άγιος Υπάτιος[47] εικονίζεται στραμμένος προς τα αριστερά. Φέρει πλούσια κόμη και σγουρό γένειο. Η τοιχογραφία αυτή παρουσιάζει δύο στρώματα.[48] Δίπλα από το κεφάλι του Αγίου υπάρχει η επιγραφή:

«Ο  ΑΓΙΟC  ΥΠΑΤΙΟC».

 

            Το ειλητάριο, το οποίο φέρει είναι ανεπτυγμένο, ενεπίγραφο, αλλά η επιγραφή έχει πολύ αλλοιωθεί. Περιλαμβάνει δέκα στίχους, από τους οποίους διατηρούνται τα εξής:

«+ Ο ……………..

Ε.    ΗC

ΘC … Α

Μ … ΑΝ

ΕΙΑ   ΕΥ.

ΑC   CV

Υ ……Ο

……………

ΤΟΛΜ

ΥΡC. C».[49]

 

 

7. Άγιος Ερμόλαος

            Τελευταίος εικονίζεται ο Άγιος Ερμόλαος.[50] Παρίσταται στραμμένος προς τα αριστερά. Φέρει πλούσια κόμη και πλούσιο, πυκνό γένειο. Γύρω από το κεφάλι του υπάρχει η επιγραφή:

«Ο  ΑΓΙΟC  ΕΡΜΟΛΑΟC».

 

            Επί του ειληταρίου, το οποίο φέρει, υπάρχει η επιγραφή:

«+ ΠΡΟCΧΕ<C>

Κ(ΥΡΙ)Ε  Ι(ΗC)ΟΥ  Χ(ΡΙ) C(ΤΕ)

[Ο  Θ(ΕΟ)C  Η]

[ΜΩΝ]  ΕΞ  Α

ΓΙΟΥ  Κ

ΑΤΗΚΗ

ΤΗΡΙΟΥ

CΟΥ  ΚΑΙ

ΑΠΟ  Θ

ΡΟΝΟΥ

ΔΟΞΗC…».[51]

 

 

Ανατολικό μέτωπο

Ι. Αγιον Μανδήλιον

            Στο ανατολικό μέτωπο και στο άνω τμήμα αυτού εικονίζεται, ως συνήθως, το Αγιον Μανδήλιον.[52] Πρόκειται για επίμηκες ύφασμα στο μέσον του οποίου εικονίζεται μετωπικά η κεφαλή του Χριστού, περιβαλλομένη από φωτοστέφανο.

 

2. Ευαγγελισμός της Θεοτόκου

            Κάτω από το Αγιον Μανδήλιον και εκατέρωθεν της αψίδας του Ιερού Βήματος παρίσταται ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου.[53]

 

Καμάρα

Ανάληψη του Χριστού

            Στην επιφάνεια της καμάρας του Ιερού Βήματος και πάνω από την Αγία Τράπεζα παρίσταται η Ανάληψη του Χριστού.[54] Ο Ιησούς Χριστός εικονίζεται μέσα σε κυκλική δόξα, η οποία υποβαστάζεται από έξι Αγγέλους.

            Στο νότιο ημιχόριο παρίσταται στο κέντρον ένας Αρχάγγελος, ο οποίος δείχνει με το αριστερό χέρι τον αναλαμβανόμενο Κύριο και εκατέρωθεν αυτού ανά τρεις Απόστολοι, βλέποντες εκστατικοί.

            Στο βόρειο ημιχόριο παρίσταται στο μέσον η Θεοτόκος, αριστερά της ένας Αρχάγγελος και εκατέρωθεν αυτών ανά τρεις Απόστολοι, εκφράζοντες έκσταση και απορία για τα συμβαίνοντα.

 

Νότια πλευρά

            Χωρίζεται σε δύο ζώνες, ήτοι:

Άνω ζώνη (από Α προς Δ):

1.      Η Φιλοξενία του Αβραάμ,[55] ήτοι η παράσταση της Αγίας Τριάδας κατά τον βυζαντινόν τύπο.

2.      Άγιος Διάκονος Λαυρέντιος.[56]

 

Κάτω ζώνη (από Α προς Δ):

1. Άγιος Αθανάσιος

            Εικονίζεται φέρων ανεπτυγμένο, ενεπίγραφο ειλητάριο, με το κείμενο:

«+ Κ(ΥΡΙ)Ε  Ο Θ(ΕΟ)C

ΤΟΥ  ΟΥ(ΡΑ)ΝΟΥ

ΕΠΑΚΟΥ

ΥCΟΝ  Μ

ΟΥ  ΚΑΙ

CΟCΩ

Ν  ΜΕ».[57]

 

2. Άγιος Κύριλλος

            Κρατεί ανεπτυγμένο, ενεπίγραφο ειλητάριο, με την επιγραφή:

«+ΕΞΑΙΡΕ

ΤΩC  ΤΗC

ΠΑΝΥΠ

ΕΡ  ΕΥΛΟ

ΓΗΜΕΝ

ΗC  ΕΝΔ

[ΟΞΟΥ  ΔΕC

ΠΟΙΝΗC…]».[58]

 

3. Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων

            Παρίσταται κρατών ανεπτυγμένο ειλητάριο με την επιγραφή:

«+ ΔΕCΠ

ΟΤΑ  Κ(ΥΡΙ)Ε

Ο Θ(ΕΟ) C  Η

ΜΩΝ

Ο  ΚΑΤΑ

[CΤΗCΑC]

ΕΝ  ΟΥΡΑ

ΝΟΙC …..».[59]

 

 

Βόρεια πλευρά

            Η επιφάνεια αυτής χωρίζεται επίσης σε δύο ζώνες, ήτοι:

Άνω ζώνη (από Δ προς Α):

1.      Άγιος Διάκονος Στέφανος ο Πρωτομάρτυς.[60]

2.      Η θυσία του Αβραάμ.[61]

 

Κάτω ζώνη (από Δ προς Α):

1.      Άγιος Σπυρίδων (;).[62]

2.      Η Άκρα Ταπείνωση.[63] Εικονίζεται, ως συνήθως, στην κόγχη της Προθέσεως.

 

ΙΙ. ΚΥΡΙΩΣ ΝΑΟΣ

 

Τρούλλος

Ιησούς Χριστός Παντοκράτωρ

            Στην κορυφή του τρούλλου του ναού εικονίζεται ο Ιησούς Χριστός ως Παντοκράτωρ, ως συνήθως.[64] Παρίσταται στηθαίος, μετωπικός, φέρων ένσταυρο φωτοστέφανο στο κεφάλι, με την επιγραφή: «Ο ΩΝ».[65] Φορεί χειριδωτό, κυανόχρωμο ιμάτιο και ερυθρό, ορθόσημο χιτώνα. Ευλογεί με το δεξί χέρι και κρατεί κλειστό κώδικα Ευαγγελίου με το αριστερό.

            Κάτω από τον Παντοκράτορα υπάρχουν δύο ζώνες. Στην άνω ζώνη εικονίζονται Άγγελοι και στην κάτω Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης:

Άνω ζώνη:    Παρίστανται Άγγελοι, ως μεσάζοντες  μεταξύ Θεού και ανθρώπων και ως «διαγγελεις των βουλων του Θεού» προς τους ανθρώπους.

Κάτω ζώνη:  Εικονίζονται δεκαέξι ολόσωμοι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, οι οποίοι φέρουν ανεπτυγμένα, ενεπίγραφα ειλητάρια, πάνω στα οποία αναγράφονται χαρακτηριστικά αποσπάσματα από προφητείες των, σχετιζόμενες συνήθως με την γέννηση του Χριστού και την σωτηρίαν των ανθρώπων.[66]

Ευαγγελιστές: Κάτω από τους Προφήτες της Π.Δ. και στα τέσσερα σφαιρικά τρίγωνα (pandentifs), τα οποία σχηματίζονται στη βάση του τρούλλου, παρίστανται οι τέσσερεις Ευαγγελιστές με τα σύμβολά των (Άγγελο, Λέοντα, Μόσχο και Αετό), ήτοι: στο ΒΑ σφαιρικό τρίγωνο εικονίζεται ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, στο ΝΔ ο Μάρκος, στο ΒΔ ο Λουκάς και στο ΝΑ ο Ιωάννης.

 

 

 

Νότια Κεραία

            Στις εσωτερικές επιφάνειες της νοτίας κεραίας του ναού εικονίζονται σκηνές από την Αποκάλυψη του Ιωάννου.[67] Ειδικώτερα:

 

Καμάρα

Ο Παλαιός των ημερών και οι 24 πρεσβύτεροι

            Στο κέντρο της καμάρας παρίσταται «ο Παλαιός των ημερων», ολόσωμος, ένθρονος, περιβαλλόμενος από εξαπτέρυγα και γύρω του 24 πρεσβύτεροι ολόσωμοι, καθήμενοι σε θρόνους.[68]

 

 

Ανατολικό μισό καμάρας

            Η επιφάνεια αυτού χωρίζεται σε τρεις ζώνες, ήτοι (από πάνω προς τα κάτω):

Α’ Ζώνη (από Β προς Ν):

Εικονίζονται οι εξής παραστάσεις:

1.      Ο Βορέας φυσώντας.

2.      Έφιππος,[69] φέρων στέμμα στο κεφάλι.[70]

3.      Δεύτερος έφιππος.[71]

4.      Τρίτος έφιππος, ο οποίος κρατεί ζυγό.[72]

5.      Ο ήλιος.

6.      Τέταρτος έφιππος,[73] ο θάνατος.

7.      Ομάδα δικαίων, οι οποίοι φέρουν κλάδους βαΐων, σύμβολα της νίκης.[74]

8.      Δύο ολόσωμοι Αγιοι.

9.      Ο άνεμος και ένας Άγγελος.

 

Β’ Ζώνη( από Β προς Ν):

1.      Ένας Άγγελος, ο οποίος σαλπίζει.

2.      Το τάγμα των δαιμόνων.

3.      Ένας Άγγελος και ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος.

4.      Οι Ενώχ και Ηλίας.

5.      Άνω εικονίζεται Άγγελος σαλπίζων και κάτω ο δράκων.[75]

6.      Ο ουρανός και οι αστέρες πίπτοντες.[76]

7.      Η Παναγία πατεί πάνω στη μήνη (ημισέληνο) και κρατά τον ήλιο στα γόνατα.[77]

 

Γ’ Ζώνη (από Β προς Ν):

1.      Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος.

2.      Ένας Άγγελος όρθιος, στραμμένος προς τον Αγιον Ιωάννην τον Θεολόγο.

3.      Δεύτερος Άγγελος, ο οποίος χύνει στη θάλασσα υγρό.

4.      Τρίτος Άγγελος, ο οποίος χύνει στη στεριά υγρό.

5.      Ο ήλιος.

6.      Έξι άνδρες κοιμώμενοι.

7.      Ο διάβολος.

8.      Πύργος κρημνισμένος.

 

 

 

Δυτικό μισό καμάρας

            Η επιφάνεια αυτού χωρίζεται επίσης σε τρεις ζώνες, ήτοι (από πάνω προς τα κάτω):

Α’ Ζώνη:        Παρίστανται πέντε Άγγελοι σαλπίζοντες και ένας Άγγελος, ο οποίος φέρει σάλπιγγα.

Β’ Ζώνη:        Εικονίζεται το αρνίον[78] και το θηρίον.[79]

Γ’ Ζώνη:         Παρίστανται Αγιοι και ένας Άγγελος.

 

 

ΧΑΡΑΓΜΑΤΑ

 

            Στην επιφάνεια του δυτικού μισού της νοτίας κεραίας και κάτω από τις προαναφερθείσες απεικονίσεις της Αποκαλύψεως υπάρχουν διάφορα χαράγματα, συνήθως επικλήσεις ζώντων για τεθνεώτες συγγενείς των και το έτος του θανάτου αυτών.

            Από αυτά συνάγεται ότι εκτός του ναού[80] και πιθανώς σε ωρισμένες περιπτώσεις και εντός[81] εγένοντο ταφές. Σημειωτέον, ότι και κατά τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους επικρατούσε η συνήθεια να θάπτονται χριστιανοί εκτός και εντός των ναών.[82] Η συνήθεια αυτή επεκράτησε κατά τους μέσους και νεώτερους χρόνους, ώστε η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος να εκδώσει επανειλημμένως σχετικές Εγκυκλίους μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος και να απαγορεύει την εντός των ναών ταφή.

            Μεταξύ άλλων διατηρούνται και τα εξής χαράγματα:

1.      «1701 ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΤΕ(ΦΑΝΟΥ;)».

2.      «1715 ΜΙΝΙ, ΕΚΗΜΙΘΙ Ο ΔΟΥΛΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΑΝΟΛΙΣ».

3.      «ΕΤΟC ΧΡΙΣΤΟΥ 173».

4.      «ΕΚΗΜΙΘΙ ΕΝ ΕΤΕΙ ΑΠΟ Χ(ΡΙΣΤ)ΟΥ 1769».

5.      «1866 με τα έξοδά του, Ι.Χ.Α. Γρηγόρης Παγκάς».

6.      «1877 Ι.Μ.Α.».[83]

 

 

Νότιο τύμπανο

            Η επιφάνεια του νοτίου τυμπάνου της νοτίας κεραίας του ναού χωρίζεται σε δύο ζώνες, ήτοι:

Άνω ζώνη:    Απεικονίζεται η παράσταση της Κοιμήσεως της Θεοτόκου,[84] στον συνήθη τύπο, με το περιστατικό του Ιεφωνίου.

 

Κάτω ζώνη (από Α προς Δ):

1. Τρεις Ιεράρχες:    Εικονίζονται οι Τρεις Ιεράρχες,[85] ήτοι:

α) Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος,

β) Ο Μέγας Βασίλειος και

γ) Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.

 

2. Οι Αγιοι Τεσσαράκοντα μάρτυρες:  Παρίστανται οι εν Σεβαστεία της Μικράς Ασίας μαρτυρήσαντες Αγιοι Τεσσαράκοντα.[86]

Βόρεια Κεραία

 

Καμάρα

            Στο κλειδί της καμάρας εικονίζεται διακοσμητικό.

 

Ανατολικό μισό καμάρας

            Η επιφάνεια αυτού χωρίζεται σε τέσσερεις ζώνες, ήτοι (από πάνω προς τα κάτω):

Α’ Ζώνη:        Εικονίζονται δώδεκα Αγιοι σε στηθάρια.

 

Β’ Ζώνη (από Β προς Ν):   Εικονίζονται σκηνές από γεγονότα, τα οποία έλαβαν χώραν μετά την Ανάσταση του Χριστού, ήτοι:

1.      Οι Μυροφόρες μπροστά από «Το κενόν μνημειον». Εικονίζεται ο κενός τάφος του Χριστού, ένας Άγγελος και οι Μυροφόρες.[87]

2.      «Ο Ιησους εις τους Εμμαούς κλων τον αρτον».[88]

3.      «Το κενόν μνημείον», ήτοι: ο κενός τάφος του Χριστού και δύο Απόστολοι.[89]

4.      «Η θαυμαστή αλιεία».[90] Παρίσταται μεταξύ άλλων ο Απόστολος Πέτρος βυθιζόμενος.

 

Γ’ Ζώνη (από Β προς Ν):    Εικονίζονται σκηνές από τα θαύματα του Χριστού, ήτοι:

1.      Η θεραπεία του παραλυτικού.[91] Παρίσταται η κολυμβήθρα της Βηθεσδά ή Βηθζαθά, η οποία είχε πέντε στοές και ο παραλυτικός.

2.      Ο Ιησούς και η Σαμαρείτιδα.[92]

3.      Η κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Εικονίζεται ο τυφλός, ο οποίος θεραπεύεται και αναβλέπει.[93]

4.      Η θεραπεία του «την ξηράν χειραν εχοντος».[94]

 

Δ’ Ζώνη:        Εικονίζονται πέντε ολόσωμοι, μετωπικοί Αγιοι Ιεράρχες και ο Αρχάγγελος Μιχαήλ, ήτοι (από Β προς Ν):

1.      Άγιος Ιεράρχης, αδιάγνωστος. Ευλογεί με το δεξί χέρι και κρατεί κλειστό κώδικα Ευαγγελίου με το αριστερό.

2.      Άγιος Μιχαήλ Συναδών.[95]

3.      Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος.

4.      Άγιος Σπυρίδων (;), ο οποίος φέρει ιδιόρρυθμο πίλο στο κεφάλι.

5.      Άγιος Νικόλαος. Εικονίζεται ολόσωμος, μετωπικός, φέρων αρχιερατικά άμφια, ήτοι: στιχάριο, επιγονάτιο διάλιθο, επιτραχήλιο επίσης διάλιθο, φελόνιο και σταυροφόρο ωμοφόριο. Ευλογεί με την δεξιά και κρατεί κλειστό κώδικα Ευαγγελίου με την αριστερά, ο οποίος κώδικας φέρει πολύτιμη, διάλιθη στάχωση. Δεξιά της κεφαλής του υπάρχει η επιγραφή: «Ο ΑΓΙΟC ΝΙΚΟΛΑΟC».

6.      Ο Άρχων Μιχαήλ. Εικονίζεται όρθιος, μετωπικός, σε υπερφυσικό μέγεθος.[96] Με το δεξί χέρι κρατεί γυμνό, αναπεπταμένο ξίφος και με το αριστερό κρατεί την ψυχή νεκρού ανθρώπου, η οποία ομοιάζει με σπαργανωμένο παιδίον και πατεί πάνω σε άψυχο σώμα ανθρώπου. Ήτοι έχομε παράσταση του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ ως ψυχοπομπού.[97]

            Στο μέσον και δεξιά του Αρχαγγέλου Μιχαήλ υπάρχει επιγραφή (διαστ. 0,19Χ0,19μ.), μεγαλογράμματη (ύψος γραμμ. 0,02/0,03μ.). Τα γράμματα είναι λευκά σε μαύρο βάθος. Η επιγραφή αυτή έχει ως εξής:

«ΔΕΗCΙC ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ

ΤΟΥ Θ(ΕΟ)Υ ΜΑΚΑΡΙΟΥ ΜΩ

ΝΑΧΟΥ Κ(ΑΙ) ΓΕΩΡΓΙΟΥ Ι

ΕΡΕΩC ΤΟΥ ΠΑΤΡΟC ΑΥΤΟΥ

Κ(ΑΙ) ΚΥΡΙΑΚΗC ΠΡΕCΒΥ

ΤΕΡΑC: ΕΤΟC ,ΑΧΟΖ’».[98]

            Ήτοι, σε μεταγραφή: «Δέησις του δούλου του Θ(εο)υ Μακαρίου μωναχου κ(αί) Γεωργίου ιερέως του πατρός αυτου κ(αί) Κυριακης πρεσβυτέρας, ετος, ,ΑΧΟΖ’».

            Μνημονεύεται ο μοναχός Μακάριος, ο οποίος φαίνεται να είναι εκείνος, ο οποίος εχρηματοδότησε την αγιογράφηση της παράστασης του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, καθώς και οι γονείς του, ήτοι: ο ιερεύς Γεώργιος και η πρεσβυτέρα Κυριακή. Ως έτος κατασκευής της τοιχογραφίας αναγράφεται το 1677. Πιθανώς να πρόκειται για το έτος αποπερατώσεως της αγιογραφήσεως ή της επιζωγραφήσεως των τοιχογραφιών του ναού.

            Κάτω δεξιά υπάρχει η επιγραφή (ύψος γραμμ. 0,025/0,03μ.):

«ΦΡΗΞΟΝ ΨΥ

ΧΗ ΜΟΥ ΤΑ ΟΡΩ

ΜΕΝΑ».

            Ήτοι, σε μεταγραφή: «Φριξον ψυχη μου τα ορώμενα».

 

Δυτικό μισό καμάρας

            Η επιφάνεια αυτού χωρίζεται σε τέσσερεις ζώνες, ήτοι (από πάνω προς τα κάτω):

Α’ Ζώνη:        Εικονίζονται δώδεκα Άγιοι σε στηθάρια.

 

Β’ Ζώνη:        Παρίστανται σκηνές από το λεγόμενο Δωδεκάορτο, ήτοι (από Ν προς Β):

1.      Η Σταύρωση του Χριστού.[99]

2.      Ο Επιτάφιος θρήνος.[100]

3.      Η Ανάσταση (Η εις Αδου Κάθοδος).[101]

4.      Η Ψηλάφηση του Θωμά.[102]

 

Γ’ Ζώνη:        Εικονίζονται τέσσερεις σκηνές, οι οποίες εικονογραφούν την Παραβολή του Καλού Σαμαρείτου,[103] ήτοι:

1.      Ο ξένος δέρεται και ληστεύεται.

2.      Ο Καλός Σαμαρείτης αλείφει με λάδι τις πληγές του πληγωμένου.

3.      Ο Καλός Σαμαρείτης μεταφέρει τον πληγωμένο πάνω σε όνο.

4.      Ο Καλός Σαμαρείτης αφήνει τον πάσχοντα στο Πανδοχείο.

 

Δ’ Ζώνη:        Παρίστανται οκτώ Άγιοι από τον κύκλο των αναχωρητών και οσίων, ήτοι (από Ν προς Β):

1.      Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης.[104]: Εικονίζεται κρατώντας ανεπτυγμένο, ενεπίγραφο ειλητάριο με το κείμενο:

«ΜΕΓΑ ΚΑΚΟΝ

ΥΠΑΡΧΗ ΑΔΕΛ

ΦΟΙ Η ΠΟΛΥΦΑ

ΓΙΑ. ΔΥΝΑΤΕ ΓΑΡ

ΤΟΝ ΜΟΝΑ

ΧΟΝ ΑΠΟΛΕ

CΑΙ».

 

            Ήτοι, σε μεταγραφή: «Μέγα κακόν υπάρχη αδελφοί η πολυφαγία. Δύνατε γαρ τον μοναχον απολέσαι».

2.      Άγιος Εφραίμ ο Σύρος: Ο Άγιος Εφραίμ ο Σύρος[105] παρίσταται κρατώντας ανεπτυγμένο, ενεπίγραφο ειλητάριο με το κείμενο:

 

«ΕΝ ΛΟΓ…Α  ΙC  ΘΥCΙ…C

ΤΡΥΦΗCΩΜ

ΕΝ ΔΙ………………………

ΤΕ …… ΡΧ……

CΟΜΕ

ΛΑΠ……….

Ν………………….».

            Ήτοι, σε μεταγραφή: «Εν λογ(ικ)α ις θυσί(αι)ς  τρυφήσωμεν…..».

3.      Άγιος αδιάγνωστος.

4.      Άγιος Αντώνιος.[106]

5.      Άγιος Ευθύμιος.[107]

6.      Άγιος Ονούφριος.[108]

7.      Άγιος αδιάγνωστος.

8.      Άγιος Μερκούριος.[109] Εικονίζεται όρθιος, ολόσωμος, φέρων στρατιωτική στολή. Κρατεί δόρυ και κτυπά με αυτό τον Ιουλιανό τον Παραβάτη.

 

Βόρειο τύμπανο

            Η επιφάνεια του βορείου τυμπάνου της βορείας κεραίας του ναού χωρίζεται σε δύο ζώνες, ήτοι:

Άνω ζώνη:    Εικονίζεται η Βρεφοκτονία.[110]

 

Κάτω ζώνη: (από Β προς Ν):

1.      Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη

2.      Άγιος Γεράσιμος Ιορδανίτης, συνοδευόμενος από λιοντάρι.[111]

 

Δυτική Κεραία

 

Καμάρα

            Στο κλειδί της καμάρας της δυτικής κεραίας απλώνεται διακοσμητικό σχέδιο.

 

 

Νότιο μισό καμάρας

            Η επιφάνεια αυτού χωρίζεται σε τέσσερεις οριζόντιες  ζώνες, ήτοι (από πάνω προς τα κάτω):

Α’ Ζώνη:        Εικονίζεται σε ένδεκα συνθέσεις η δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου υπό του Θεού,[112] ήτοι (από Α προς Δ):

1.      Δημιουργία του κόσμου εκ του μηδενός.[113]

2.      Δημιουργία φωτός και σκότους.[114]

3.      Δημιουργία γης.[115]

4.      Δημιουργία ηλίου και σελήνης.[116]

5.      Δημιουργία του Αδάμ.[117]

6.      Ο Αδάμ δίδει ονόματα στα ζώα.[118]

7.      Δημιουργία της Εύας.[119]

8.      Ο Αδάμ και η Εύα στον Παράδεισο.[120]

9.      Το Προπατορικό αμάρτημα:[121] ο οφις δελεάζει την Εύα.

10.  Το Προπατορικό αμάρτημα: Η Εύα προτρέπει τον Αδάμ να φάγει από τον απαγορευμένο καρπό.[122]

11.  Ο Αδάμ και η Εύα διωκόμενοι εκ του Παραδείσου.[123]

 

Β’ Ζώνη:        Παρίστανται συνθέσεις από τον κύκλο του λεγομένου Δωδεκαόρτου, ήτοι (από Α προς Δ):

1.      Γέννηση του Χριστού.

2.      Υπαπαντή.

3.      Βάπτιση.

4.      Μεταμόρφωση.

5.      Ανάσταση Λαζάρου.

6.      Βαϊοφόρος.

7.      Μυστικός Δείπνος.[124]

8.      Νιπτήρ.[125]

9.      Ο Προφήτης Δανιήλ. Εικονίζεται ολόσωμος, φέρων ανεπτυγμένο, ενεπίγραφο ειλητάριο με το κείμενο:

«ΚΡΙΤΗΡΙΟΝ Ε

ΚΑΘICE K(AI)  BI

ΒΛΟΙ  ΗΝΕΩ

ΧΘΗCΑΝ».

            Ήτοι, σε μεταγραφή: «Κριτήριον εκάθισε κ(αί) βίβλοι ηνεώχθησαν».[126]

 

Γ’ Ζώνη:        Εικονίζονται σκηνές από την παιδική ηλικία της Θεοτόκου, καθώς και άλλες δύο συνθέσεις, ήτοι (από Α προς Δ):

1.      Οι Θεοπάτορες Ιωακείμ και Αννα.[127]

2.      Ο Ευαγγελισμός των Θεοπατόρων.[128]

3.      Ο Ευαγγελισμός του Ιωακείμ.

4.      Η σύλληψη της Αγίας Άννας.

5.      Το γεννέσιον της Θεοτόκου.[129]

6.      Η Θεοτόκος προς των ιερέων.[130]

7.      Τα Εισόδια της Θεοτόκου.[131]

8.      Ο θάνατος του Δικαίου.[132]

9.      Ο κόλπος του Αβραάμ, ως λεπτομέρεια της επί της δυτικής πλευράς της δυτικής κεραίας του ναού μνημειώδους συνθέσεως της Δευτέρας του Χριστού Παρουσίας επί της γης.

 

Δ’ Ζώνη:        Παρίστανται δέκα Άγιοι Ανάργυροι,[133] από τους οποίους οι έξι πρώτοι σε στηθάρια και οι άλλοι ολόσωμοι, ήτοι (από Α προς Δ):

1.      Άγιος αδιάγνωστος.

2.      Άγιος Κύρος.[134]

3.      Άγιος Ιωάννης.[135]

4.      Άγιος Διομήδης.[136]

5.      Άγιος Ερμόλαος.[137]

6.      Άγιος Τρύφων.[138]

7.      Άγιος αδιάγνωστος. Κρατεί ανεπτυγμένο, ενεπίγραφο ειλητάριο, με το κείμενο:

«ΠΕΡΙΠΑΤΟΥΝ

ΤΟC ΜΟΥ ΕΝ ΤΗ

ΕΡΗΜΩ ΗΔΩΝ

ΠΑCΑC ΤΑC Π

[ΑΓΙΔΑC] ΤΟΥ ΔΙΑ

[ΒΟΛΟΥ ΗΠΛ] Ω

ΜΑΝΑC…..».

            Ήτοι, σε μεταγραφή: «Περιπατουντος μου εν τη ερημω ηδων πάσας τας π[αγίδας] του δια[βόλου ηπλ]ωμένας ….».[139]

8.      Άγιος αδιάγνωστος.[140]

9.      Άγιος Φώτιος.[141]

10.  Άγιος Ανίκητος.[142]

11.  Αγία Μαρίνα.[143]

12.  «Η θάλασσα αποδίδουσα τους νεκρούς αυτής». Πρόκειται για λεπτομέρεια από την παρακείμενη μνημειώδη σύνθεση της Δευτέρας Παρουσίας.

 

            Στο νότιο τμήμα της δυτικής κεραίας δύο αψιδώματα με τοιχογραφίες, ήτοι:

 Ανατολικό αψίδωμα

1.      Αγία αδιάγνωστη.

2.      Αγία αδιάγνωστη.

 

Δυτικό αψίδωμα

1.      Άγιος Ιωάννης ο Καλυβίτης.[144]

2.      Άγιος Δημήτριος.[145]

3.      Άγιος αδιάγνωστος.

 

 

 

 

Βόρειο μισό καμάρας

            Η επιφάνεια αυτού χωρίζεται επίσης σε τέσσερεις οριζόντιες ζώνες, ήτοι (από πάνω προς τα κάτω):

Α’ Ζώνη:        Εικονίζονται σκηνές από την Γένεση και ειδικώτερα από την πτώση των Πρωτοπλάστων και την εκδίωξη αυτών από τον Παράδεισο,[146] ήτοι (από Δ προς Α):

1.      Το προπατορικόν αμάρτημα.[147]

2.      Η εκδίωξη των πρωτοπλάστων εκ του Παραδείσου.[148]

3.      Ο Αδάμ και η Εύα έξω του Παραδείσου.[149]

4.      Ο Αδάμ και η Εύα κατασκευάζουν χιτώνες και ενδύονται.[150]

5.      Η Εύα γεννά τα παιδιά της.[151]

6.      Ο Κάϊν καλλιεργεί την γην.[152]

7.      Ο Αβελ φυλάσσει το ποίμνιόν του.[153]

8.      Ο Κάϊν και ο αδελφός του Αβελ προσφέρουν θυσία στον Θεόν.[154]

9.      Ο Κάϊν φονεύει τον αδελφόν του Αβελ.[155]

10.  Ο Θεός αναζητεί τον Αβελ.[156]

11.  Ο Θεός καταράται τον Κάϊν, επειδή εφόνευσε τον αδελφόν του.[157]

 

 

Β’ Ζώνη:        Εικονίζεται ένας Προφήτης της Π.Δ. και στη συνέχεια σκηνές από την Κ.Δ. και ειδικώτερα από τα πάθη του Χριστού, ήτοι (από Δ προς Α):

1.      Ο Προφήτης Μαλαχίας. Εικονίζεται ολόσωμος, όρθιος, στραμμένος προς Δ. Κρατεί ανεπτυγμένον ειλητάριο με το κείμενο:

«ΙΔΟΥ ΗΜΕΡΑ ΕΡ

ΧΕΤΕ

ΩC ΚΛΙΒΑΝΟC Κ(ΑΙ) Φ[ΛΕ]

ΞΗ ΑΥ

ΤΟ [ΥC]

[Κ(ΑΙ) ΕCΟΝΤΑΙ]».

          Ητοι, σε μεταγραφή: «Ιδου ημέρα ερχετε ως κλίβανος κ(αί) φ [λέ] ξη αυτό[υς κ(αί) εσονται…]».[158]

2.      Ο ασπασμός του Ιούδα, ήτοι η Προδοσία.[159]

3.      Ο Ιησούς ενώπιον των Αρχιερέων.

4.      Η άρνηση του Πέτρου.[160]

5.      Ο Ιησούς έμπροσθεν του Πιλάτου – Νίψη των χειρών του Πιλάτου.[161]

6.      Ο Εμπαιγμός.[162]

7.      Η μαστίγωση. Ο Ιησούς έχει προσδεθεί σε ένα πάσσαλο και μαστιγώνεται.

8.      Ο Ιούδας παρουσιάζεται στο Συνέδριο.

9.      Ο Σίμων ο Κυρηναίος αίρει τον σταυρόν του Χριστού.[163]

 

Γ’ Ζώνη:         Εικονίζονται διάφορες συνθέσεις, ήτοι (από Δ προς Α).

1.      Ο θάνατος του αμαρτωλού.[164]

2.      Η Θεοτόκος στα Αγια των Αγίων.[165]

3.      Η μνηστεία της Θεοτόκου.[166]

4.      Το ενύπνιον του Ναβουχοδονόσορος: οι τέσσερεις βασιλείες.[167]

5.      Ο Προφήτης Δανιήλ,[168]

6.      Ο Δανιήλ εξηγεί το ενύπνιον του Ναβουχοδονόσορος.[169]

7.      Ο Δανιήλ στον λάκκον των λεόντων.[170]

8.      «Οι Άγιοι τρεις παιδες εν τη καμίνω».[171]

 

 

 

9. Κτητορική επιγραφή

            Στο ανατολικό άκρο της βορείας εσωτερικής πλευράς της δυτικής κεραίας του ναού βρίσκεται η κτητορική επιγραφή. Κείται σε επίκαιρο σημείο, ώστε να είναι ορατή από όλα σχεδόν τα σημεία του ναού.

            Είναι τοποθετημένη μέσα σε ορθογωνίου σχήματος πλαίσιο (διαστ. 0,42Χ0,37μ.) και μεγαλογράμματη (ύψος γραμμ. 0,025μ.). Τα γράμματα είναι μέλανα σε λευκό βάθος.

            Η επιγραφή αυτή περιλαμβάνει ένδεκα στίχους και φέρει μία φθορά άνω αριστερά, ενώ οι τέσσερεις τελευταίοι στίχοι είναι σε πολύ κακή κατάσταση (εξίτηλα ή ημιεξίτηλα γράμματα). Η επιγραφή αυτή έχει ως εξής:

«ΕΓ[ΕΝΕΤΟ Η ΠΑΡΟΥΣ] ΖΩΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΙ

ΚΟ[C ΕΝ ΕΤΕΙ CΩΤΗΡΙΩ ,Α] ΧΟ ΣΤ’. ΕΠΙΤΡΟ

Π[ΕΥΟΝΤΕC: Ο ΕΥCΕΒ] ΕCΤΑΤΟC ΕΝ ΙΕΡΕΥCΙ

Κ[ΥΡ ΓΕΩΡΓΙΟC Κ(ΑΙ)] Η ΠΡΕCΒΥΤΕΡΑ ΑΥ

Τ[ΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ Κ(ΑΙ) ΤΑ ΤΕΚΝΑ] ΑΥΤΟΝ Κ(ΑΙ) ΗΚΟΝΟΜΗ ΑΥΤ(ΩΝ)

[ΕΞ]ΟΔ[ΟΙC  Τ]ΟΥ ΝΑΟΥ. ΠΟΙΗΜΑ ΕΜΟΥ ΑΝΑΞΙ

ΟΥ Κ(ΑΙ)  ΑΜΑΡΤΟΛΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΙΕΡΕΟC Ο ΕΚ ΝΕ

[ΟΧΩ]ΡΙΟΥ ΤΗC  ΧΙΟΥ … ΑΝΗΘ.  ΤΟΥ ΑΝΕ

………………… Η ΖΩΓΡΑΦΙΑ …………………

…………………………………………………… [ΕΝ]

[ΜΗΝΙ] ΔΙΚΕΜΒΡΙΩ ………………………………….».

            Η επιγραφή αυτή σε μεταγραφή έχει ως εξής:

«Εγ[ενετο η παρουσα] ζωγραφία του [ν]άρθι-

κο[ς εν ετει σωτηριω ,Α] ΧΟ ΣΤ’. Επιτρο-

π[εύοντες: ο ευσεβ]έστατος εν ιερευσι

κ[ύρ Γεωργιος κ(αί)] η πρεσβυτέρα αυ-

τ[του Κυριακή κ(αί) τα τέκνα] αυτόν κ(αί) οι ηκονόμη αυτ(ων)

[εξ]όδ[οις τ]ου ναου. Ποίημα εμου αναξί-

ου κ(αί) αμαρτολου Μιχαηλ ιερέος, ο εκ Νε-

[οχω]ρίου της Χιου …. Ανηθ…. του ανε-

……………… η ζωγραφία ……………….

…………………………………………. [εν]

[μηνί] Δικεμβρίω……………………………».[172]

            Η επιγραφή αυτή περιέχει πολλές και ενδιαφέρουσες πληροφορίες, ήτοι:

α) Αναφέρεται ως έτος αγιογραφήσεως του ναού το 1676, χωρίς όμως να μνημονεύεται το έτος ανεγέρσεως αυτού. Πρόβλημα είναι εάν το αναφερόμενον 1676 σχετίζεται με την εξ υπαρχής αγιογράφηση του ναού ή την μερική συμπλήρωση και επιζωγράφηση των τοιχογραφιών, που είχαν γίνει παλαιότερα (τον 15ον αι.).

       Φαίνεται πιθανώτερον ότι ο ναός κτίσθηκε τον 14ον αι., αγιογραφήθηκε τον 15ον αι. και το 1676 έγινε μερική επισκευή, συμπλήρωση και επιζωγράφηση των τοιχογραφιών, οι οποίες από τον χρόνο, την υγρασία και την αιθάλη είχαν υποστεί ωρισμένες φθορές και είχαν εν μέρει αλλοιωθεί.

β)    Είναι άξιον σημειώσεως ότι ο ναός ονομάζεται (ν)άρθηξ. Όπως είναι γνωστόν στις παλαιοχριστιανικές βασιλικές του 5ου και 6ου μ.Χ. αι. νάρθηξ καλείται ορθογωνίου σχήματος χώρος, ο οποίος έκειτο δυτικά του κυρίως σώματος της βασιλικής και απετέλει είδος προθαλάμου αυτής, περιορισμένος δια να δέχεται τους κατηχουμένους ή τους μετανοούντας χριστιανούς. Η ονομασία νάρθηξ προέρχεται από ορθογωνίου σχήματος κιβωτίδια, κατασκευασμένα από το ομώνυμο φυτόν «νάρθηκα» και προορισμένα για την φύλαξη κοσμημάτων γυναικών συνήθως.

γ)   Αναφέρονται ως επίτροποι του ναού ένας ιερέως, η πρεσβυτέρα αυτού, τα τέκνα των και οι οικονόμοι αυτών. Πρόκειται πιθανώτατα για τον ιερέα Γεώργιον και την πρεσβυτέρα αυτού Κυριακή, οι οποίοι ήσαν οι γονείς του Μοναχού Μακαρίου και που μνημονεύονται στην προαναφερθείσαν επιγραφή της βορείας κεραίας του ναού με την χρονολογία 1677.

δ)    Αγιογράφος είναι ο επίσης ιερεύς Μιχαήλ, ο εκ Νεοχωρίου της Χίου καταγόμενος. Είναι αξιοσημείωτον, ότι αναφέρεται το όνομα του Αγιογράφου και ότι διετηρήθη τούτο. Στις περισσότερες περιπτώσεις δυστυχώς, είτε δεν αναφέρεται το όνομα του Αγιογράφου για λόγους χριστιανικής ταπεινοφροσύνης, είτε τούτο δεν διετηρήθη, λόγω αλλοιώσεων της επιγραφής. Ο Αγιογράφος είναι κληρικός (ιερεύς), θα πρέπει να ήτο γνωστός, κατάγεται από την νήσο Χίο και προσκαλείται στο Ασκληπειό της Ρόδου δια να αγιογραφήσει ή επισκευάσει και επιζωγραφήσει τις τοιχογραφίες του ναού της Παναγίας.

 

Δ’ Ζώνη:        Εικονίζεται μία παράσταση από την Δευτέρα Παρουσία και έπονται Αγίες και Άγιοι, ήτοι (από Δ προς Α):

1.      Οι τιμωρίες των αμαρτωλών. Η σκηνή αυτή ανήκει οργανικά στην παρακείμενη μνημειώδη παράσταση της Δευτέρας Παρουσίας.

2.      Αγία αδιάγνωστη.

3.      Αγία Μητροδώρα.[173]

4.      Αγία Κυριακή,[174] η οποία παρίσταται ολόσωμη.

5.      Αγία Νυμφοδώρα,[175] η οποία εικονίζεται σε στηθάριο.

6.      Άγιος Βικέντιος.[176]

7.      Άγιος Μηνάς.[177]

8.      Άγιος Βίκτωρ.[178]

 

            Στο βόρειο τμήμα της δυτικής κεραίας ανοίγονται τρία αψιδώματα, με τοιχογραφίες, ήτοι (από Δ προς Α):

Α’ Αψίδωμα:

1.      Άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης.[179]

2.      Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων.[180]

 

Δυτικό τύμπανο

 

Δευτέρα Παρουσία

            Σε ολόκληρη την επιφάνεια του δυτικού τυμπάνου της δυτικής κεραίας του ναού απλώνεται μνημειώδης παράσταση της Δευτέρας του Χριστού Παρουσίας[181] και της Μελλούσης Κρίσεως.[182]

            Ο χώρος διαιρείται σε τρεις ζώνες, ήτοι (από πάνω προς τα κάτω):

Α’ Ζώνη:        Στο κέντρον της συνθέσεως εικονίζεται ο Ιησούς Χριστός μέσα σε κυκλική δόξα, ολόσωμος, ένθρονος, «ερχόμενος μετά δόξης, κριναι ζώντας και νεκρούς»,[183] περιστοιχιζόμενος από Αγγέλους.

                        Δεξιά του Χριστού ίσταται η Θεοτόκος και αριστερά Του ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, οι οποίοι δέονται για το ανθρώπινο γένος.

 

Β’ Ζώνη:        Σε μία σειρά εικονίζονται οι δώδεκα Απόστολοι ολόσωμοι, ένθρονοι, καθήμενοι να κρίνουν τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ.[184] Οι Απόστολοι φορούν ποδήρεις χιτώνες και πλούσια πτυχούμενα ιμάτια. Ωρισμένοι από αυτούς κρατούν κλειστούς κώδικες βιβλίων. Πρόκειται προφανώς γι’ αυτούς, οι οποίοι άφησαν συγγραφικόν έργον (Ευαγγελιστές – Απόστολοι που έγραψαν επιστολές).

 

Γ’ Ζώνη:        Στο κέντρον παρίσταται η Ψυχοστασία, δηλαδή η κρίση των ψυχών. Σε έναν ζυγό ζυγίζονται οι καλές και οι κακές πράξεις των ανθρώπων και ανάλογα δικαιώνονται ή καταδικάζονται.[185]

                        Αριστερά, ως προς τον θεατή, εικονίζεται η ανάσταση των νεκρών και δεξιά ο «βύθιος δράκων», ο οποίος καταπίνει τους αμαρτωλούς.

 

Δ’ Ζώνη:        Στο νότιο τμήμα παρίστανται οι χοροί των δικαίων και στο βόρειο ο έλεγχος των πράξεων.

 


ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΩΝ – ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ

 

            Τόσον ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Ασκληπειού Ρόδου, όσον και οι σωζόμενες εντός αυτού τοιχογραφίες, προέρχονται, όπως ήδη αναφέρθηκε, από περισσότερες εποχές.

            Αρχικά, πιθανώτατα κατά το β’ μισό του 14ου αι. (1350 – 1400) κτίσθηκε στη θέση παλαιοτέρου ναού, ο και σήμερα σωζόμενος ναός, σε σχήμα ελευθέρου σταυρού με τρούλλο. Κατά τον 15ον αι. οι εσωτερικές επιφάνειες αυτού εκαλύφθησαν με τοιχογραφίες, το εικονογραφικό πρόγραμμα των οποίων ήτο περίπου όμοιον με αυτό, που μέχρι σήμερα διατηρείται.

            Από τις αρχικές αυτές τοιχογραφίες διακρίνονται μέχρι σήμερα οι εξής:

α) Λείψανα παλαιότερου στρώματος τοιχογραφιών, διατηρούμενα στο νότιο άκρο της αψίδας του Ιερού βήματος και κάτω από την παράσταση του Αγίου Υπατίου, προτελευταίου (από Β προς Ν) από τους έξι εικονιζόμενους συλλειτουργούντες Ιεράρχες.

β) Στο δυτικό τμήμα της δυτικής κεραίας του κυρίως ναού απεκαλύφθησαν κάτω από μεταγενέστερες επιζωγραφήσεις ωρισμένες παραστάσεις, προερχόμενες από τον αρχικό διάκοσμο του ναού.

            Οι τοιχογραφίες του 15ου αι., από όσα μπορούμε να διακρίνουμε, ήσαν καλής ποιότητας και ο Αγιογράφος αυτών εκινείτο στα πλαίσια της βυζαντινής παραδόσεως. Όμως είχε δεχθεί και ωρισμένες επιδράσεις από την τέχνης της Δύσεως, τόσο στο εικονογραφικό πρόγραμμα (π.χ. απεικόνιση σκηνών από την δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου, συνθέσεων από την ζωή του Χριστού κ.ά.), όσο και ως προς την τεχνική. Οι δυτικές αυτές επιδράσεις έχουν αφομοιωθεί και ενταχθεί στο πνεύμα της βυζαντινής καλλιτεχνικής παραδόσεως.

            Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις αρχικές τοιχογραφίες του ναού αυτού, το όνομα του Αγιογράφου, την ακριβή χρονολογία κλπ., δεν γνωρίζουμε, τουλάχιστον επί του παρόντος. Πιθανώς μελλοντικές έρευνες να βοηθήσουν να πληροφορηθούμε περισσότερα σχετικά με αυτές και τα προβλήματα, τα οποία εμφανίζουν.

            Όπως είναι γνωστό, κατά την περίοδο της Ιπποκρατίας στη Ρόδο (1308 – 1522) αναπτύσσεται ένας αξιόλογος πολιτισμός, ο οποίος επηρεάζεται από τον πολιτισμό της δυτικής Ευρώπης, μετά της οποίας η Ρόδος έρχεται σε επικοινωνία.

            Ειδικώτερα περί τα τέλη του 15ου και τις αρχές του 16ου αι. ήτοι την τελευταία περίοδο της Ιπποτοκρατίας στη Ρόδο, παρατηρείται έντονη ανάπτυξη οικονομική, πνευματική, καλλιτεχνική. Ζωγραφικά σύνολα, όπως εκείνο του επίσης σε σχήμα ελευθέρου σταυρού κτισμένου ναού της Αγίας Τριάδας (Ντολαπλί) της μεσαιωνικής πόλεως της Ρόδου και το άλλο του μονοχώρου ναού, με κτιστή ημικυλινδρική στέγη, του Αγίου Νικολάου στα Τριάντα, παρουσιάζουν μια ζωγραφική υψηλής ποιότητας, με έντονες τις δυτικές επιδράσεις, τόσο στην εικονογραφία (σκηνές καθαρώς δυτικής προελεύσεως), όσο και στην τεχνική και την εν γένει αντίληψη του χώρου και την οργάνωση αυτού.

            Οι τοιχογραφίες του 15ου αι. της Παναγίας Ασκληπειού, είτε επειδή είχαν αλλοιωθεί από τον χρόνο, την υγρασία και τον καπνό (των κεριών, κανδηλών και θυμιάματος), είτε επειδή εθεωρήθησαν ως έργα, τα οποία δεν ανταποκρίνονται στις νέες καλλιτεχνικές τάσεις της εποχής, είτε και για όλους τους παραπάνω λόγους ή άλλους σχετικούς, επεσκευάσθησαν, συνεπληρώθησαν και επεζωγραφήθησαν κατά το β’ μισό του 17ου αι.

            Ειδικώτερα κατά τα έτη 1676 και 1677, σύμφωνα με τις σωζόμενες επιγραφές (την κτητορική και εκείνη του Αρχαγγέλου Μιχαήλ), ο Αγιογράφος ιερεύς Μιχαήλ, ο εκ Νεοχωρίου της Χίου (επιτρεπευόντων: του ιερέως Γεωργίου, της πρεσβυτέρας αυτού Κυριακής, των τέκνων και οικονόμων αυτών) έκανε επέμβαση στο σύνολο σχεδόν των αγιογραφιών, ώστε να μνημονεύεται  στη κτητορική επιγραφή, ως ο Αγιογράφος αυτών, ήτοι: «Εγενετο η παρουσα ζωγραφία… Ποίημα εμου …. Μιχαηλ ιερέως, ο εκ Νεοχωρίου της Χίου».

            Φαίνεται, ότι τότε οι τοιχογραφίες, τουλάχιστον της αψίδας του Ιερού Βήματος, που θα είχαν υποστεί και την μεγαλύτερη φθορά, έγιναν εξ υπαρχής, επί νέου στρώματος ασβεστοκονιάματος. Στα υπόλοιπα τμήματα του ναού, είτε έγινε συμπλήρωση κατεστραμμένων τοιχογραφιών, είτε επιζωγράφηση ωρισμένων αλλοιωμένων.

            Οι τοιχογραφίες του β’ μισού του 17ου αι., οι οποίες ανήκουν στη μεταβυζαντινή ζωγραφική, παρουσιάζουν τα εξής χαρακτηριστικά: οι παραστάσεις μεμονωμένων Αγίων και οι συνθέσεις είναι κατά κανόνα περιορισμένων διαστάσεων και οι συνθέσεις πολυπρόσωπες, στοιχεία προερχόμενα από την επίδραση των φορητών εικόνων επί των τοιχογραφιών. (Πρβλ. τοιχογραφίες ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου στο χωριό Αγία Παρασκευή – Αμαρίου – Κρήτης, του έτους 1516). Οι συνθέσεις χαρακτηρίζονται από τυπικότητα, συμβατικότητα, ξηρότητα και επανάληψη γνωστών προτύπων. Απουσιάζουν στοιχεία, που φανερώνουν πηγαία εκφραστικότητα και ζωογόνο πνοή. Ο Αγιογράφος, αν και κινείται μέσα στα πλαίσια της βυζαντινής καλλιτεχνικής παραδόσεως, όμως επηρεάζεται αισθητά από την δυτική τέχνη.

            Περί τα μέσα του 19ου αι., προσετέθησαν στη ΒΔ και ΝΔ γωνία του κυρίως ναού δύο ορθογωνίου σχήματος προσκτίσματα, οι εσωτερικές επιφάνειες των οποίων δεν εκαλύφθησαν με τοιχογραφίες ή άλλον διάκοσμο.

            Την εποχή της Ιταλοκρατίας (1912 – 1945) και ειδικώτερα κατά το έτος 1930, σύμφωνα με σχετική γραπτή επιγραφή, η οποία σώζεται στο δυτικό άκρο της νότιας εσωτερικής πλευράς της δυτικής κεραίας του ναού και όπως μαρτυρείται από κατοίκους του οικισμού, οι οποίοι ζουν μέχρι σήμερα, έγινε και πάλιν «επιδιόρθωσις» των τοιχογραφιών από τον Βασίλειο Σ. Παπαδόπουλο, εκ Βουρουρίου Πισιδίας. Η επέμβαση αυτή συνίστατο στην επιζωγράφηση μεγάλου μέρους των τοιχογραφιών και πιθανώς στην εκ νέου κατασκευή ωρισμένων, όπως π.χ. αυτών που είχαν σχεδόν τελείως καταστραφεί στον τρούλλο και κάτω από αυτόν. Η επέμβαση αυτή ήτο ακαλαίσθητη και επροξένησε μεγάλες βλάβες στις τοιχογραφίες.

            Τελευταία ακαλαίσθητη επέμβαση φαίνεται να έγινε και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ειδικά στις τοιχογραφίες του Ιερού Βήματος, όπου τα χρώματα είχαν αλλοιωθεί.

            Παρά τις προαναφερθείσες επανειλημμένες επεμβάσεις και αλλοιώσεις των τοιχογραφιών αυτών, δύναται μετά βεβαιότητος να λεχθεί, ότι στον ναόν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Ασκληπειού Ρόδου διατηρείται ένα αρτιώτατο ζωγραφικό σύνολο, το οποίον κατέχει σημαντική θέση μεταξύ των μεταβυζαντινών ναών της Ρόδου ειδικώτερα και της Δωδεκανήσου και ολοκλήρου της Ελλάδος γενικώτερα. Μελλοντικός καθαρισμός των τοιχογραφιών από τα άλατα και τις μεταγενέστερες επιζωγραφήσεις, θα αποκαλύψει την αρχική μορφή αυτών και θα βοηθήσει στην επίλυση πολλών προβλημάτων, τα οποία σχετίζονται με αυτές και την ιστορία του μνημείου.

 

 



[1] Ο οικισμός αναφέρεται στο διάταγμα του Gionanni Battista Degli Orsini (1467 – 1476) του έτους 1474: «Στο φρούριο της Λίνδου ν’ αποσυρθούν τα χωριά, Κάλαθος, Πυλώνα, Λάρδος, Ασκληπειό, Γεννάδι». Χ.Ι. Παπαχριστοδούλου, Ιστορία της Ρόδου, Αθήναι 1972, σ. 286.

[2] Ευχαριστώ θερμά και από την θέση αυτή τον Προϊστάμενο της 4ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου κ. Ηλίαν Κόλλιαν, ο οποίος μου επέτρεψε να μελετήσω και να δημοσιεύσω το μνημείο αυτό.

     Επίσης ευχαριστώ τους Σχεδιαστές της 4ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων κ.κ. α) Μαρία Σαρίκου, β) Γεωργία Θωμαδάκη και γ) Μιχαήλ Σάνδαλο, οι οποίοι εξεπόνησαν τα σχέδια.

     Οι φωτογραφίες προέρχονται από το Φωτογραφικόν Αρχείον της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και ορισμένες έγιναν από τον γράφοντα.

[3] Μέχρι προ ολίγων ετών το Κοιμητήριο του οικισμού έκειτο στην αυλή του ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην αυλή του ναϋδρίου του Αξεστρατήγου Μιχαήλ.

[4] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 175.

[5] Η πλάκα αυτή μεταφέρθηκε, ύστερα από συνεννόηση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας με την Ιερά Μητρόπολη Ρόδου και την Εκκλησιαστική Επιτροπή της Ενορίας του Ασκληπειού, από το ναΰδριο του Αξεστρατήγου στον ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου για μεγαλύτερη ασφάλεια, όπου και φυλάσσεται μέχρι σήμερα.

[6] Η σημασία της επιγραφή αυτής είναι μεγάλη, τόσο για τα στοιχεία, τα οποία μας παρέχει, όσο και από το γεγονός ότι πολύ σπάνια διατηρούνται μέχρι σήμερα κτητορικές επιγραφές μεσαιωνικών φρουρίων στη Δωδεκάνησο, εξαιρέσει της μεσαιωνικής οχυρώσεως της παλαιάς πόλεως της Ρόδου, όπου σε διάφορα σημεία των τειχών διατηρούνται σχετικές επιγραφές, Χ. Καρούζος, Ρόδος, Αθήναι 1973, σ. 77.

[7] G. Gerola, I monumenti medioevali delle Tredici Sporadi, ANNUARIO, Vol. I (Bergamo 1914), σ. 352.

[8] Το τοπωνύμιο «Εφταβήματη» απαντά επίσης στην περιοχή των Σιάννων – Αγίου Ισιδώρου Ρόδου, όπου κείνται τα ερείπια μεγάλων διαστάσεων τρίκλιτης, ξυλόστεγης βασιλικής του απλού ελληνιστικού τύπου.

[9] Ι. Βολανάκης, Συμβολή στην έρευνα των παλαιοχριστιανικών μνημείων της Δωδεκανήσου, Ανάτυπο από τα «Δωδεκανησιακά Χρονικά», τ. ΙΒ’ (Αθήναι 1987), σ. 83.

[10] Στο ΒΔ τμήμα της παλαιοχριστιανικής βασιλικής, που βρίσκεται στη θέση «Οβριακή» στο Χαράκι – Μαλώνας – Ρόδου, υπάρχει επίσης ασβεστοκάμινο, ενώ από τα μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη της βασιλικής ελάχιστα μόνον διετηρήθησαν. Πρόκειται για ένα πολύ συνηθισμένο φαινόμενο. Το μάρμαρο, ως γνωστόν, αποτελεί την καλύτερη πρώτη ύλη για την παρασκευή ασβέστου.

[11] Η ονομασία αυτή είναι πιθανότατα παραφθορά της λέξεως «Ιερουσαλήμ». Και στη Χώρα – Καλύμνου, στη θέση «Λιμνιώτισσα» κείνται τα λείψανα μεγάλης παλαιοχριστιανικής βασιλικής με ψηφιδωτά δάπεδα, η οποία φέρεται ως «Χριστός Ιερουσαλήμ» και σύμφωνα με την παράδοση συνδέεται με τα Ιεροσόλυμα.

[12] Ι. Βολανάκης, ΑΔ 33 (1978), Μέρος Β’ – 2 Χρονικά (1985), σ. 412, πίν. 216 γ-δ.

[13] Α. Ορλάνδος, ΑΒΜΕ, τ. 6 (1948), σ. 87 και 94, εικ. 79 (κάτοψη – τομή).

[14] Ο τύπος αυτός του ελευθέρου σταυρού στην αρχιτεκτονική των μεσαιωνικών ναών της Ρόδου είναι πολύ συνηθισμένος.

[15] Η αψίδα αυτή είναι ασυνήθιστα μεγάλη για ναούς της περιόδου αυτής της Δωδεκανήσου. Είναι πιθανόν να προέρχεται από παλαιότερο ναό και να ενσωματώθηκε στον και σήμερα διατηρούμενο ναό. Η αψίδα είναι σχεδόν πάντοτε επιμελέστερα κτισμένη, το πάχος του τοίχου αυτής είναι μεγαλύτερο του πάχους των τοίχων του υπολοίπου ναού και συνήθως αντέχει περισσότερο στο χρόνο και τις φυσικές καταστροφές.

[16] Η ύπαρξη κιβωρίου υπεράνω της Αγίας Τράπεζας του ναού αποτελεί επιβίωση της παλαιοχριστιανικής παραδόσεως, όπου υπεράνω της Αγίας Τράπεζας υπήρχε κιβώριο. Το κιβώριο σκοπόν  έχει να εξάρει την Αγία Τράπεζα, συμβολίζει τον ουρανό και πιστεύεται, ότι η μεταφορά αυτού στο μέσον και στην οροφή του ναού, εδημιούργησε τον νέον αρχιτεκτονικόν τύπον της βασιλικής μετά τρούλλου.

[17] Στις αρχές του αιώνα μας, πάντως πριν από το Β’ Παγκόσμιον Πόλεμον.

[18] Σημειωτέον, ότι σε κτητορικές επιγραφές εκκλησιών της Δωδεκανήσου μέχρι και ολόκληρον τον 18ον αι., συνηθίζεται να αποδίδονται οι χρονολογίες με τους ελληνικούς χαρακτήρες και όχι με αραβικά ψηφία.

[19] Η επικεράμωση έγινε το θέρος του 1985 από την 4η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου και από ειδικό συνεργείο αυτής.

[20] Ειδικώτερα κατά τα έτη 1676 και 1677, σύμφωνα με τις σωζόμενες κτητορικές επιγραφές.

[21] Φθορές έχουν υποστεί από τον χρόνο, την υγρασία και την αιθάλη η οποία δημιουργείται από τον καπνό του θυμιάματος και τις φλόγες των κηρίων.

[22] Η στέγη του ΒΔ και ΝΔ προσκτίσματος δεν επικεραμώθηκε το 1985, όπως συνέβη με την στέγη του αρχικού ναού, αλλά παρέμεινε ως έχει, ήτοι εξωτερικά καλύπτεται με υδραυλικό κονίαμα. Φαίνεται ότι οι μεσαιωνικοί ναοί της Δωδεκανήσου αρχικά εκαλύπτοντο εξωτερικά με κοίλα κεραμίδια. Αργότερα τα κεραμίδια αυτά υπέστησαν φθορές και σε ωρισμένες περιπτώσεις είτε αντικατεστάθησαν με άλλα, επίσης κοίλα, κεραμίδια, είτε εκαλύφθησαν εξωτερικά με υδραυλικό κονίαμα (κουρασάνι), το οποίο αποτελείται από κοπανισμένα κεραμίδια ή άλλα πήλινα όστρακα, ασβέστη, άμμο και νερό. Πρόκειται για ισχυρότατο κονίαμα, αδιάβροχο και πολύ ανθεκτικό.

[23] Χ. Κουτελάκης, Ξυλόγλυπτα τέμπλα της Δωδεκανήσου μέχρι το 1700, Αθήναι 1986.

[24] Ιω. 19, 25 – 27.

[25] Προφανώς για να τοποθετείται σε σταθερό βάθρο και να φέρεται κατά τις λειτανείες. Φαίνεται ότι παλαιότερα και προ της υπερυψώσεως του τέμπλου, οι εικόνες αυτές εφέροντο πάνω σε βάθρα και ήσαν τοποθετημένες προ του τέμπλου.

[26] Ματθ. 16, 24-25: «Εις τις θέλει οπίσω μου ελθειν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτου και ακολουθείτω μοι. Ος γαρ εάν θελη την ψυχην αυτου σώσαι…». Το κείμενο αυτό παραλλάσσει σε ωρισμένα σημεία από το κείμενο των NESTLE-ALAND και παρουσιάζει ολίγα σχετικά ορθογραφικά σφάλματα. Είναι αξιοσημείωτη η εναλλαγή του Σ και του C.

[27] Πρόκειται πιθανώτατα για τον χορηγό της αργυρής επένδυσης, ο οποίος ονομάζετο Ιωάννης.

[28] Ητοι: «Πρέσβευε υπέρ του δούλου σου Γεωργίου και Χρυσής, 1752». Οι αναφερόμενοι Γεώργιος και Χρυσή είναι προφανώς οι χορηγοί της εικόνας αυτής.

[29] Πρόκειται προφανώς για επισκευή της εικόνας το έτος 1875, με δαπάνη του Παναγιώτου Βασιλείου.

[30] Ιω. Ι, 29-30, «Ιδε ο αμνός του Θεού ο αιρων την αμαρτίαν του κόσμου. ουτός εστιν υπέρ ου εγώ ειπον. οπίσω μου έρχεται ανηρ ος εμπροσθέν μου γέγονεν…».

[31] Το κείμενο αυτό σε μεταγραφή έχει ως εξής: «Ο Θ(εο)ς, ο Θεος ημων, ο των ουράνιον αρτ(ον)…». Πρόκειται για την ευχή της Προθέσεως από τη Θεία Λειτουργία Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ιερατικόν, σ. 70.

[32] Το κείμενο σε μεταγραφή έχει ως εξής: «Ουδείς άξιος τω(ν) σινδεδ[ε]μένων…». Πρόκειται για την ευχή του Χερουβικού Υμνου από τη Θεία Λειτουργία Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ιερατικόν, σ. 86 – 87. Πρβλ. Ι. Βολανάκην, Άγιος Γεώργιος Αποδούλου, σ. 45.

[33] Εβρ. 11, 13: «… εφραξαν στόματα λεόντων…». Α’ Πέτρου 5, 8: «… διάβολος «ως λέων ωρυόμενος…». Πρβλ. και το γνωστό: «Επιβήσης επί ασπίδος και βασιλίσκου και καταπατήσης λέοντα και δράκοντα». Πρβλ. και F.W. Deichmann, Ravenna. Geschichte und Monumente, Band 1 (Wiesbaden 1963), σ. 203 - 204.

[34] K. Gallas, Rhodos, σ. 242 – 245.

[35] Α. Ξυγγόπουλος, Σχεδίασμα, σ. 230, σημ. 3: «Ο πολεμιστής τον οποίον φονεύει ο Άγιος Δημήτριος είναι ο τσάρος των Βουλγάρων Καλογιάννης ή Σκυλογιάννης, ο δολοφονηθείς υπό τινος των στρατηγών του, ότε επολιόρκει την Θεσσαλονίκην κατά το 1207. Οι Θεσσαλονικείς απέδωκαν τον θάνατόν του εις θαύμα του Αγίου Δημητρίου».

[36] Α. Τσιτουρίδου, Άγιος Νικόλαος Ορφανός, πίν. 1 – 2.

[37] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 218.

[38] Ματθ. 26, 26-27. Λουκ. 22, 19.

[39] Ματθ. 26, 27-28. Λουκ. 22, 20.

[40] Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Αποδούλου, σ. 44 κ.ε. Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Βαθειακού, σ. 17. Ι. Βολανάκης, Αγιοι Θεόδωροι, σ. 20 κ.ε.

[41] Το κείμενο σε μεταγραφή έχει ως εξής: «+Ο Θ(εό)ς ο Άγιος, ο εν Αγίοις αναπαυόμενος, ο τρισαγία φωνη υπό των Σεραφ(είμ)…». Ευχή του Τρισαγίου Υμνου, από την Θεία Λειτουργία Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ιερατικόν, σ. 79.

[42] Ητοι: «+Κ(ύρι)ε ο Θ(εό)ς ημων, σωσον τον λαόν Σου και ευλόγησον την κληρονομίαν Σου, …». Ευχή του β’ Αντιφώνου, από την Θεία Λειτουργία Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ιερατικόν, σ. 76.

[43] Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Αποδούλου, σ. 45. Ι. Βολανάκης, Αγιοι Θεόδωροι, σ. 21.

[44] Ητοι: «+ Ο Θ(εό)ς, ο Θ(εό)ς ημων, ο τον ουράνιον Αρτον,  την τροφήν του παντός κόσμου, τον …». Ευχή της Προθέσεως, από την Θείαν Λειτουργία Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ιερατικόν, σ. 70.

[45] Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Αποδούλου, σ. 46 – 47, πίν. 33 – 34.

[46] Ητοι: «+ Ουδείς αξιος των συνδεδεμένων ταις σαρκικαις επιθυμίαις και ηδοναίς, προσέρχεσ(θαι)…». Ευχή Χερουβικού Υμνου, από την Θεία Λειτουργία Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ιερατικόν, σ. 86 – 87.

[47] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 156: «Ο Υπάτιος γέρων οξυγένης. Σεπτ. ιστ’».

[48] Αυτό αποδεικνύει ότι ο ναός είχε τοιχογραφηθεί και προ του 17ου αι. και ότι λείψανα του παλαιοτέρου στρώματος θα πρέπει να υπάρχουν κάτω από τις τοιχογραφίες του 17ου αι.

[49] Η επιγραφή είναι ημιεξίτηλος.

[50] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 269: «Ερμόλαος επίσκοπος, γέρων οξυγένης».

[51] Ητοι: «+Πρόσχε<ς>  Κ(ύρι)ε  Ι(ησ)ου  Χ(ρι)σ(τέ)  [ο Θ(εό)ς  ημων]  εξ αγίου κατοικητηρίου Σου και από θρόνου δόξης….» Μυστική ευχή από την Θεία Λειτουργία Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ιερατικόν, σ. 101.

[52] A. Grabar, La Sainte Face de Laon, le Mandylion dans l’ art orthodoxe, Saminarium Kondakovianum, Prague 1931, σ. 24 – 31. Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Βαθειακού, σ. 17. Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 215: « … ανάμεσα δε των Ευαγγελιστων, εις τάς κορυφάς των προσώπων των καμαρων, ανατολικά ποίησον το Αγιον Μανδήλιον, δυσικά δε το Αγιον Κεράμιον …». Α. Ξυγγόπουλος, Σχεδίασμα, σ. 67, 258.

[53] Λουκ. Ι, 26 – 38. Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Αποδούλου, σ. 29. Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Βαθειακού, σ. 24 – 25. Ι. Βολανάκης Αγιοι Θεόδωροι, σ. 25. Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 85.

[54] Ν. Γκιολές, Η Ανάληψις του Χριστού βάσει των μνημείων της Α’ χιλιετηρίδος, Αθήναι 1981, σ. 17 κ.ε. Μ. Αχειμάστου, Μονή Φιλανθρωπηνών, σ. 39, 41, 159, 177, 189.

[55] Γέν. ΙΗ’, 1 – 15.

[56] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 157, 207, 267. Μ. Αχειμάστου, Μονή Φιλανθρωπηνών, σ. 47.

[57] Ητοι: «+ Κ(ύρι)ε  ο Θ(εό)ς  του ου(ρα)νου επάκουσον μου και σωσον με …».

[58] Ητοι: «+ Εξαιρέτως της Παν(αγίας, Αχράντου), Υπερευλογημένης, ενδόξου Δεσποίνης…». Εκφώνηση μετά τον καθαγιασμόν των Τιμίων Δώρων, Λειτουργία Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ιερατικόν, σ. 96.

[59] Ητοι: «+ Δέσποτα, Κ(ύρι)ε, ο Θ(εό)ς ημων, ο κατά[στήσας]  εν ουρανοίς …». Ευχή της Μικράς Εισόδου, Λειτουργία Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ιερατικόν, σ. 121.

[60] Πράξ. 6, 8 – 7, 60. Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Αποδούλου, σ. 56 – 57.

[61] Γέν. ΚΒ’, 1 – 14.

[62] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 154, 171.

[63] Παρίσταται ο Χριστός από την οσφύ και άνω γυμνός, με το κεφάλι να κλίνει προς την μίαν πλευράν, «μη εχων ειδος η κάλλος». Πρβλ. Η. Κόλλιαν, Ιπποτοκρατία, σ. 107.

[64] Στον τρούλλο του καθολικού της Μονής Δαφνίου Αττικής, υπάρχει ψηφιδωτή παράσταση του Ιησού Χριστού, ως Παντοκράτορος (11ου αι.). Στους μεσαιωνικούς ναούς της Ελλάδος, που φέρουν τρούλλο, εικονίζεται σε αυτόν κατά κανόνα ο Ιησούς Χριστός Παντοκράτωρ.

[65] Πρβλ. Εξοδ. Γ’, 14: «Εγώ ειμι ο Ων».

[66] Πρόκειται για την λεγόμενη συμφωνία των δύο Διαθηκών. Ότι προανήγγειλαν οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, εξεπληρώθηκε στην Καινή Διαθήκη.

[67] Η Αποκάλυψη του Ιωάννου εικονογραφείται σε μεταβυζαντινούς ναούς και φαίνεται να έχει επίκαιρο χαρακτήρα η εικονογράφηση αυτή. Εχει προηγηθεί το 1522 η άλωση της Ρόδου από τους Τούρκους και οι Χριστιανοί πιστεύουν,  ότι το τέλος του κόσμου πλησιάζει.

[68] Αποκάλ. 4, 2 – 4: «Και ιδού θρόνος εκειτο εν τω ουρανω και επί τον θρόνον καθήμενος και ο καθήμενος ομοιος οράσει λίθω ιάσπιδι και σαρδίω και ιρις κύκλοθεν του θρόνου ομοιος οράσει σμαραγδίνω. Και κυκλόθεν του θρόνου θρόνους εικοσι τέσσαρας και επί τους θρόνους εικοσι τέσσαρας πρεσβυτέρους καθημένους περιβεβλημένους εν ιματίοις λευκοις και επί τάς κεφαλάς αυτων στεφάνους χρυσους».

[69] Πρόκειται για εικονογράφηση του κειμένου του ανοίγματος των τεσσάρων σφραγίδων της Αποκαλύψεως, Αποκάλ. 6, 1 – 8.

[70] Αποκάλ. 6, 2: «Και ιδού ιππος λευκός και ο καθήμενος επ’ αυτόν εχων τόξον και εδόθη αυτω στέφανος και εξηλθεν νικων και ινα νικήση».

[71] Αποκάλ. 6, 4: «Και εξηλθεν άλλος ιππος πυρρός και τω καθημένω επ’ αυτόν εδόθη αυτω λαβειν την ειρήνην επί της γης και ινα αλλήλους σφάξουσιν και εδόθη αυτω μάχαιρα μεγάλη».

[72] Αποκάλ. 6, 5: «Και ιδού ιππος μέλας και ο καθήμενος επ’ αυτόν εχων ζυγόν εν τη χειρί αυτού».

[73] Αποκάλ. 6, 8: «Και διού ιππος χλωρός και ο καθήμενος επάνω αυτου, ονομα αυτω ο θάνατος και ο αδης ηκολούθει μετ’ αυτου και εδόθη αυτοις εξουσία επί το τέταρτον της γης, αποκτειναι εν ρομφαία και εν λιμω και εν θανάτω και υπό των θηρίων της γης».

[74] Αποκάλ. 7, 9: «Και ιδού οχλος πολύς, ον αριθμησαι αυτόν ουδείς εδύνατο, εκ παντός ενθους και φυλων και λαων και γλωσσων … και φοίνικες εν ταις χερσίν αυτων».

[75] Αποκάλ. 12, 3: «Και ωφθη άλλο σημειον εν τω ουρανω και ιδου δράκων μέγας …».

[76] Αποκάλ. 6, 13: «Και οι αστέρες του ουρανου επεσαν εις την γην, ως συκη βάλλει τους ολύνθους αυτης υπό ανέμου μεγάλου σειομένη».

[77] Αποκάλ. 12, 1: «Και σημείον μέγα ωφθη εν τω ουρανω, γυνή περιβελημένη τον ηλιον και η σελήνη υποκάτω των ποδων αυτης και επί της κεφαλης αυτης στέφανος αστέρων δώδεκα».

[78] Αποκάλ. 14, 1 – 2: «Και ειδον και ιδού το αρνίον εστός επί το ορος Σιών και μετ’ αυτου εκατόν τεσσαράκοντα τέσσαρες χιλιάδες εχουσαι το ονομα αυτου γεγραμμένον επί των μετώπων αυτων. Και ηκουσα φωνήν εκ του ουρανου ως φωνήν υδάτων πολλων και ως φωνήν βροντης μεγάλης και η φωνή ην ηκουσα ως κιθαρωδων καθαριζόντων εν ταις κιθάραις αυτων».

[79] Αποκάλ. 13, 1 κ.ε.:

[80] Παλαιότερα ήτο πολύ σύνηθες το φαινόμενο η αυλή του ενοριακού ναού να χρησιμεύει ως Κοιμητήριο του οικισμού. Ι. Βολανάκης, Το χωριό Αποδούλου Αμαρίου Ρεθύμνης και η ιστορία του, Αθήνα 1982, σ. 80.

[81] Σε όλα σχεδόν τα μεσαιωνικά ναΰδρια της Παλαιάς Πόλεως της Ρόδου, τα οποία είναι παλαιότερα του 1522, όταν οι Τούρκοι κατέλαβαν την Ρόδο, ανευρίσκονται κατά τις ανασκαφές πολυάριθμες ταφές ή και κτιστοί τάφου λακκοειδείς ή καμαρωτοί.

[82] Στην Αρχαία Κόρινθο και στη θέση Μπέη ανεσκάφη παλαιοχριστιανική βασιλική (Βασιλική Ε, Κοιμητηριακή), εντός και εκτός της οποίας εθάπτοντο οι χριστιανοί της πόλεως. Στην Κόρινθο επίσης και στο ΝΔ τμήμα της βασιλικής Β (Κρανείου) απεκαλύφθησαν πολυάριθμοι καμαρωτοί τάφοι. Δ. Πάλλας, Ανασκαφή της βασιλικής του Κρανείου εν Κορίνθω, ΠΑΕ 1976, τεύχ. Α’ (Αθήναι 1978), σ. 163 κ.ε.

[83] Στις εσωτερικές επιφάνειες του ναού υπάρχουν επίσης τα εξής χαράγματα:

α. Στη νότια εσωτερική πλευρά της δυτικής κεραίας του ναού υπάρχει το χάραγμα:

«1917 πήνα μεγάλη

1941 πήνα μεγάλη».

β. Στη βόρεια εσωτερική πλευρά της βορείας κεραίας του ναού υπάρχει το χάραγμα:

«Πείνα μεγάλη το 1944

Ι(ωάννης) Σ(τέργου) Γιαννάς».

[84] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 144: «Σπίτια και μέσον η Παναγία κειμένη επί κλίνης νεκρά, εχουσα εμπροσθέν της σταυρωμένα τα χέρια και πλησίον της κλίνης ενθεν και ενθεν μανουάλια με λαμπάδας αναμμένας και εις Εβραίος εμπροσθεν της κλίνης, εχων κομμένα τα χέρια …».

[85] Α. Ξυγγόπουλος, Σχεδίασμα, σ. 318.

[86] Α. Ξυγγόπουλος, Σχεδίασμα, σ. 207. Φ. Δροσογιάννη, Σχόλια στις τοιχογραφίες της εκκλησίας του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στη Μεγάλη Καστάνια Μάνης, Αθήνα 1982, σ. 178.

[87] Ματθ. 28, 1 – 8.

[88] Λουκ. 24, 13 – 32.

[89] Ιω. 20, 1 – 10.

[90] Ιω. 21, 1 – 14.

[91] Ιω. 5, 1 – 16: «Μετά ταυτα ην εορτή των Ιουδαίων και ανέβη Ιησους εις Ιεροσόλυμα. Εστιν δε εν τοις Ιεροσολυμοις επί τη προβατικη κολυμβήθρα, η επιλεγομένη Εβραιστί Βηθζαθά, πέντε στοάς εχουσα. Εν ταύταις κατέκειτο πληθος των ασθενουντων, τυφλων, χωλων, ξηρων. Ην δε τις ανθρωπος εκει τριάκοντα και οκτω ετη εχων εν τη ασθενεία αυτου…».

[92] Ιω. 4, 1 – 42.

[93] Ιω. 9, 1 – 7.

[94] Ματθ. 12, 9 – 13.

[95] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 156.

[96] Η λατρεία του Ταξιάρχη Μιχαήλ είναι πολύ διαδεδομένη στη Δωδεκάνησο. Πολυάριθμοι νοί και μονές τιμώνται στο όνομά του. Σε κάθε σχεδόν ναό εικονίζεται ο Αρχάγγελος Μιχαήλ ολόσωμος, συνήθως σε υπερφυσικό μέγεθος. Ι. Βολανάκης, Αγιοι Θεόδωροι, σ. 46. Πρβλ. J. P. Rohland, Der Erzengel Michael, Arzt und Feldherr. Zwei Aspekte des vor – und fruhbyzantinischen Michael – kultes, Leiden 1977,

[97] Ως γνωστόν, σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία, οι ψυχές των νεκρών μετέβαιναν στον άλλον κόσμο, οδηγούμενες από τον Χάροντα, ο οποίος τις μετέφερε με βάρκα δια της Αχερουσίας λίμνης και δια το ταξίδι αυτό επλήρωναν έναν οβολό. Στη συνείδηση των λαϊκών στρωμάτων, μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού, την θέση του Χάροντος κατέλαβε ο Αρχάγγελος Μιχαήλ.

[98] G. Gerola, Annuario, I (1914), σ. 351. Ι. Βολανάκης, ΑΔ 33 (1978), Μέρ. Β’ 2 – Χρονικά, σ. 412.

[99] Ματθ. 27, 33 – 37. Η. Κόλλιας, Ιπποτοκρατία, σ. 110.

[100] Ματθ. 27, 57 – 61.

[101] Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Αποδούλου, σ. 36. Η. Κόλλιας, Ιπποτοκρατία, σ. 90.

[102] Ιω. 20, 19 – 29. Η. Κόλλιας, Ιπποτοκρατία, σ. 124.

[103] Λουκ. 10, 30 – 37.

[104] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 163: «Ο Άγιος Αθανάσιος ο εν τω Αθω γέρων φαρακλός, οξυγένης». Βλ. και αυτόθι, σ. 295.

[105] Ο Άγιος Εφραίμ εγεννήθη περί το 306 μ.Χ. στη Νίσιβη. Το 363 εγκατέλειψε την Νίσιβη και εγκαταστάθηκε στην Εδεσσα. Εγραψε πολλά συγγράμματα. Απεβίωσε το 373. Πρβλ. B. Altaner – A. Stuiber,  Petrologie, Freiburg – Basel – Wien 1966, σ. 343 – 346.

[106] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 128, 147.

[107] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 162, 219.

[108] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 165: «Ο Άγιος Ονούφριος γέρων γυμνός, μακρυμάλλης, εχων τά γένεια μακρά εως τους πόδας…».

[109] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 157: «Ο Μερκούριος νέος αρχιγένης. Νοεμβρίου κε’».

[110] Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Βαθειακού, σ. 26 – 27. Α. Ξυγγόπουλος, Σχεδίασμα, σ. 101 κ.ε.

[111] Α. Τσιτουρίδου, Άγιος Νικόλαος Ορφανός, σ. 52, πίν. 70 – 71.

[112] Είναι αξιοσημείωτον, ότι η απεικόνιση σκηνών από την δημιουργία δεν απαντά συχνά στους ναού της Δωδεκανήσου των μέσων χρόνων. Εμφανίζεται σε σχετικά όψιμα μνημεία, χρονολογούμενα από του τέλους του 15ου – αρχών 16ου αι. Πρβλ. Η. Κόλλιαν, Ιπποτοκρατία, σ. 128 κ.ε., Ρόδος – Αγία Τριάς (Ντολαπλί). Η απεικόνιση σκηνών από την δημιουργία στη καμάρα της δυτικής κεραίας και μνημειώδους συνθέσεως της Δευτέρας Παρουσίας στη δυτική πλευρά της ίδιας κεραίας έχει συμβλική σημασία. Δια του τρόπου αυτού δηλούται η αρχή και το τέλος του κόσμου, το πλήρωμα του χρόνου και της ιστορίας. Οπωσδήποτε δε συνεδέετο με εσχατολογικές τάσεις της εποχής. Η προέλαση των Τούρκων, εθεωρείτο ότι προεμήνυε την έλευση του Αντιχρίστου και το τέλος του κόσμου.

[113] Γέν. Α’, 1 – 2. Η. Κόλλιας, Ιπποτοκρατία, σ. 128.

[114] Γέν. Α’, 3 – 5.

[115] Γέν. Α’, 9 – 10.

[116] Γέν. Α’, 14 – 19.

[117] Γέν. Α’, 26 – 27.

[118] Γέν. Α’, 19 – 20. Η. Κόλλιας, Ιπποτοκρατία, σ. 133.

[119] Γέν. Β’, 21 – 24.

[120] Γέν. Β’, 8 – 14 και Β’, 25.

[121] Γέν. Γ’, 1 – 5.

[122] Γέν. Γ’, 6.

[123] Γέν. Β’, 23 – 25. Η. Κόλλιας, Ιπποτοκρατία, σ. 135.

[124] Η. Κόλλιας, Ιπποτοκρατία, σ. 59.

[125] Η. Κόλλιας, Ιπποτοκρατία, σ. 59.

[126] Μ. Αχειμάστου, Μονή Φιλανθρωπηνών, σ. 47 κ.ε.

[127] Μ. Αχειμάστου, Μονή Φιλανθρωπηνών, σ. 49.

[128] Μ. Αχειμάστου, Μονή Φιλανθρωπηνών, σ. 49.

[129] Μ. Αχειμάστου, Μονή Φιλανθρωπηνών, σ. 50 – 51.

[130] Πρόκειται για τη σκηνή: «Η Ευλόγηση των ιερέων». Μ. Αχειμάστου, Μονή Φιλανθρωπηνών, σ. 52 – 53.

[131] Μ. Αχειμάστου, Μονή Φιλανθρωπηνών, σ. 53.

[132] Ο θάνατος του Δικαίου ως θέμα απαντά επίσης στη νότια πλευρά του βορείου προσκτίσματος της Παναγίας της Λίνδου. Α. Ορλάνδος, ΑΒΜΕ, τ. 6 (1948), σ. 203 – 204, πίν. 154.

[133] Δέκα ακριβώς Αγίους Αναργύρους αναφέρει και ο Διονύσιος ο εκ Φουρνά. Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 162.

[134] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 162: «Ο Άγιος Κύρος γέρων φαλακρός, μακροδιχαλογένης». Η μνήμη του εορτάζεται στις 31 Ιανουαρίου. Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Βαθειακού, σ. 22.

[135] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 270: «Ιωαννης γέρων, οξυγένης, εχων τας τρίχας πλείονας». Η μνήμη του τελείται στις 31 Ιανουαρίου. Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Βαθειακού, σ. 22. Σωφρόνιος Ιεροσολύμων, Βίος και πολιτεία και μαρτύριον και μερική των θαυμάτων διήγησις των Αγίων ενδόξων Αναργύρων Κύρου και Ιωάννου, PG 87, 1, στ. 3577 – 3696. Σημειωτέον, ότι στη θέση «Κυροννιάτης» της Κοινότητας Μαριτσών Ρόδου διατηρούνται τα ερείπια τρίκλιτης παλαιοχριστιανικής βασιλικής, πάνω στην οποία έχουν κτιστεί τουλάχιστον δύο μεταγενέστεροι ναοί, τιμώμενοι πιθανώτατα στην μνήμη των Αγίων Αναργύρων Κύρου και Ιωάννου. Μέχρι σήμερα ασκείται λαϊκή λατρεία στη θέση αυτή, που έχει σχέση με θεραπείες ασθενειών.

[136] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 162: «Διομήδης, νέος οξυγένης».

[137] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 162: «Ο Άγιος Ερμολαος ιερεύς γέρων, οξυγένης. Ιουλ. κστ’». Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Βαθειακού, σ. 21.

[138] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 162: «Ο Τρύφων νέος αγένειος, κατζαρομάλλης».

[139] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 162.

[140] Οι τρεις αδιάγνωστοι Άγιοι Ανάργυροι είναι οι εξής: α) Παντελεήμων, β) Σαμψών και γ) Θαλλελαίος.

[141] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 162: «Ο Φωτιος και Ανίκητος νέοι αγένειοι. Αυγ. ιβ’».

[142] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 162: «Ο Φωτιος και Ανίκητος νέοι αγένειοι. Αυγ. ιβ’».

[143] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 169, 206: «Μην Ιούλιος, ιζ’. Η Αγία Μαρινα ξίφει τελειουται».

[144] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 166: «Ο Άγιος Ιωαννης ο Καλυβίτης νέος αγένειος, βαστων κλεισμένων Ευαγγέλιον. Ιανουαρίου ιε’».

[145] Ανώνυμος Γ’, PG, 116, στ. 1380. Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Αποδούλου, σ. 52.

[146] Γέν. Γ’, 23 – 24.

[147] Γέν. Γ’, 1 – 7.

[148] Γέν. Γ’, 23.

[149] Γέν. Γ’, 24.

[150] Γέν. Γ’, 21: «Και εποίησε Κύριος ο Θεος τω Αδάμ και τη γυναικί αυτου χιτωνας δερματίνους και ενεδυσεν αυτούς».

[151] Γέν. Δ’, 1 – 2.

[152] Γέν. Δ’, 2.

[153] Γέν. Δ’, 2.

[154] Γεν. Δ’, 3 – 5. Η. Κόλλιας, Ιπποτοκρατία, σ. 136.

[155] Γέν. Δ’, 8. Η. Κόλλιας, Ιπποτοκρατία, σ. 136.

[156] Γέν. Δ’, 9 – 10.

[157] Γέν. Δ’, 11 – 12.

[158] Μαλαχ. Δ’, 1.

[159] Λουκ. 22, 47 – 48. Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 104, 275.

[160] Λουκ. 22, 54 – 61. Η. Κόλλιας, Ιπποτοκρατία, σ. 62.

[161] Λουκ. 23, 1 – 25. Η. Κόλλιας, Ιπποτοκρατία, σ. 67.

[162] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 81, 106.

[163] Λουκ. 23, 26.

[164] Σε αντιδιαστολή προς την απεικόνιση του θανάτου του Δικαίου.

[165] C. Tischendorf, Evangelia Apocrypha, Lipsiae 1853, Πρωτοευαγγέλιον  Ιακώβου, κεφ. VII, σ. 14 – 15. Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 114. Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Βαθειακού, σ. 18 – 19.

[166] Πρωτευαγγέλιον Ιακώβου, κεφ. ΙΧ, έ.α., σ. 17 – 19.

[167] Δανιήλ Β’, 28 – 36.

[168] Δανιήλ Α’, 1 κ.ε. Ι. Βολανάκης, Άγιος Γεώργιος Βαθειακού, σ. 59.

[169] Δανιήλ Β’, 37 – 45.

[170] Δανιήλ. ΣΤ’, 16 κ.ε.: «Τοτε ο βασιλευς ειπε και ηγαγον τον Δανιήλ και ενέβαλον αυτόν εις τον λάκκον των λεόντων…».

[171] Δανιήλ Γ’, 21 κ.ε.: «Τότε οι ανδρες εκεινοι (Σεδράχ, Μισάχ και Αβδεναγώ) επεδήθησαν συν τοις σαραβάροις αυτων και τιαραις και περικνημίσι και εβλήθησαν εις το μέσον της καμίνου του πυρος της καιομένης…».

[172] Α. Ορλάνδος, ΑΒΜΕ, τ. 6 (1948), σ. 213.

[173] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 170.

[174] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 169. Ι. Βολανάκης, Άγιοι Θεόδωροι, σ. 62.

[175] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 170.

[176] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 157: « Ο Βικτωρ και Βικέντιος νεοι αγένειοι».

[177] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 157: «Ο Μηνας ο Αιγύπτιος γέρων στρογγυλογένης. Νοεμ. ια’».

[178] Διονύσιος, Ερμηνεία, σ. 157. Μ. Αχειμάστου, Μονή Φιλανθρωπηνών, σ. 168.

[179] Ι. Βολανάκης, Άγιοι Θεόδωροι, σ. 58 – 59. Μ. Αχειμάστου, Μονή Φιλανθρωπηνών, σ. 105 – 106.

[180] Ι. Βολανάκης, Άγιοι Θεόδωροι, σ. 59. Μ. Αχειμάστου, Μονή Φιλανθρωπηνών, σ. 102, 104. Α. Ξυγγόπουλος, Σχεδίασμα, σ. 321.

[181] Πηγές του θέματος αυτού είναι: α) Ματθ. 25, 31 – 46. β) Θεσσαλον. Α’ 4, 13 – 18. γ) Αποκάλυψη του Ιωάννου και δ) Λόγοι Εφραίμ του Σύρου. Η παράσταση της Δευτέρας Παρουσίας εμφανίζεται ήδη κατά τον 4ον αι., τροποποιείται τον 6ον αι. και οριστικοποιείται τον 11ον αι. (Ιταλία – Torcello). Η. Κόλλιας, Ιπποτοκρατία, σ. 311. A. Grabar, L’ empereur dans l’ art byzantin, Paris 1936, σ. 249 – 250.

[182] M. Garidis, Etudes sur le Jugement Dernier post – byzantin du XVe a la fin du XIXe siecle. Iconographie – Estetique, Thessalonique 1985.

[183] Θεσσαλον. Α’ 4, 13 – 18. Πρβλ. Σύμβολον Πίστεως Νικαίας – Κωνσταντινουπόλεως: «Και πάλιν ερχόμενον μετά δοξης κριναι ζωντας και νεκρούς…».

[184] Ματθ. 19, 28: «Αμην λεγω υμιν ότι υμεις οι ακολουθήσαντές μοι, εν τη παλιγγενεσια, όταν καθιση ο υιος του ανθρωπου επι θρονου δοξης αυτου, καθησεσθε και αυτοι επι δωδεκα θρονους κρινοντες τας δωδεκα φυλας του Ισραηλ».

[185] Ηδη από τα πανάρχαια χρόνια επικρατούσε η αντίληψη, ότι μετά θάνατον λαμβάνει χώραν ψυχοστασία, δηλαδή εζυγίζοντο οι καλές και οι κακές πράξεις των θανόντων και ανάλογα με αυτές που επλεόναζαν εκρίνετο και η τύχη της ψυχής του νεκρού. Στους λακκοειδείς τάφους του ταφικού περιβόλου Α των Μυκηνών ανευρέθη μεταξύ των άλλων κτερισμάτων και ζυγός, υποδηλώνων ακριβώς την παραπάνω αντίληψη. Απεικονίσεις ψυχοστασίας απαντούν επίσης σε τοιχογραφίες τάφων της αρχαίας Αιγύπτου, όπου επικρατούσαν ανάλογες αντιλήψεις.